You have a complaint against an EU institution or body?

Contents

Αποτελέσματα της δημόσιας διαβούλευσης - Αρχές που πρέπει να καθοδηγούν τους δημοσίους υπαλλήλους της ΕΕ κατά την άσκηση των καθηκόντων τους

Πρόλογος

Η εμπειρία που έχω αποκομίσει τόσο από την εξέταση αναφορών όσο και από τις επαφές μου με τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και το προσωπικό τους, τους πολίτες, καθώς και από τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, με έχει οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι και το κοινό θα μπορούσαν να επωφεληθούν από μια σαφή και συνοπτική καταγραφή των αρχών που πρέπει να καθοδηγούν τους δημοσίους υπαλλήλους της ΕΕ κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Ανακοίνωσα την πρόθεσή μου να συντάξω αυτό το σχέδιο κειμένου τον Απρίλιο του 2009, στο πλαίσιο του έβδομου σεμιναρίου των εθνικών διαμεσολαβητών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Μετά από διαβουλεύσεις με τους εθνικούς διαμεσολαβητές του Ευρωπαϊκού Δικτύου Διαμεσολαβητών προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι βέλτιστες πρακτικές στα κράτη μέλη, συνέταξα ένα σχέδιο κειμένου που απαρτίζεται από πέντε αρχές: αφοσίωση, ακεραιότητα, αντικειμενικότητα, σεβασμός και διαφάνεια. Σχετική δημόσια διαβούλευση επί του σχεδίου κειμένου ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 2011.

Το παρόν έγγραφο αναλύει τις απαντήσεις που δόθηκαν στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης. Αρχικά, εξετάζονται όσα ανέφεραν οι πολίτες σχετικά με την πρόταση συνολικά και, στη συνέχεια, αναλύονται οι παρατηρήσεις και οι προτάσεις που διατυπώθηκαν σχετικά με τις αρχές που πρέπει να συμπεριληφθούν και τον τρόπο διατύπωσής τους. Στο τέλος κάθε υποενότητας, διατυπώνω την άποψή μου επί των παρατηρήσεων και των προτάσεων που αναφέρονται στην προηγηθείσα ανάλυση.

Ένα έγγραφο αυτού του είδους είναι κατ’ ανάγκη επιλεκτικό. Δεν μπορεί να αναφερθεί κάθε παρατήρηση που διατυπώνει ο καθένας από τους συνεισφέροντες, ιδίως όσον αφορά λεπτομερή ζητήματα σύνταξης. Εντούτοις, πιστεύω ότι το παρόν έγγραφο αντικατοπτρίζει με ισόρροπο τρόπο όλα τα σχόλια που διατυπώθηκαν, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που επέκριναν την πρωτοβουλία.

Θα ήθελα να απευθύνω τις ειλικρινείς ευχαριστίες μου σε όλα τα θεσμικά όργανα, τους οργανισμούς και τα πρόσωπα που ανταποκρίθηκαν στη δημόσια διαβούλευση. Η συμβολή τους θα επιφέρει σημαντικές βελτιώσεις στην τελική έκδοση των αρχών.

Το επόμενο βήμα θα είναι να εξετάσουμε προσεκτικά πώς θα διαδώσουμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την τελική έκδοση των αρχών που πρέπει να διέπουν τη δημόσια διοίκηση στο κοινό, τους δημόσιους υπαλλήλους, τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και σε άλλα ενδιαφερόμενα μέρη. Όπως ορθά επισήμαναν ορισμένοι συνεισφέροντες, οι αρχές πρέπει να συνοδεύονται από επεξηγηματική εισαγωγή.

Ένα σημείο που θα τονιστεί στην εισαγωγή είναι ότι, αυτές καθαυτές, οι αρχές της δημόσιας διοίκησης δεν αποτελούν ούτε την πρώτη ούτε την τελευταία λέξη για τα πρότυπα δεοντολογίας που διέπουν τη δημόσια διοίκηση της ΕΕ. Όπως κατέστησαν σαφές τα έγγραφα διαβούλευσης, αυτά τα πρότυπα περιέχονται ήδη, άμεσα και έμμεσα, στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης, τον δημοσιονομικό κανονισμό και τον ευρωπαϊκό κώδικα ορθής διοικητικής συμπεριφοράς.

Επιπλέον, η ιδέα της σύνταξης κειμένου για τις αρχές της δημόσιας διοίκησης δεν επιδιώκει να αναπτύξει νέα πρότυπα δεοντολογίας, αλλά να αποτυπώσει σαφώς τις υφιστάμενες προσδοκίες των δημόσιων υπαλλήλων και των πολιτών. Η προστιθέμενη αξία του ρητού καθορισμού αυτών των προτύπων, κατά τη γνώμη μου, συνίσταται στο ότι βοηθά να ξεκινήσουμε και να επικεντρωθούμε σε μια συνεχή εποικοδομητική συζήτηση μεταξύ των δημόσιων υπαλλήλων, και μεταξύ των δημόσιων υπαλλήλων και του κοινού, σχετικά με τη συμπεριφορά που είναι δεοντολογικά ορθή. Η ίδια η δημόσια διαβούλευση κατάδειξε, πιστεύω, την αξία αυτής της συζήτησης.

Ως εκ τούτου, η τελική έκδοση των αρχών θα παραμείνει μια δήλωση υψηλού επιπέδου για τα πρότυπα δεοντολογίας που όλοι οι δημόσιοι υπάλληλη ήδη αναμένουν, και αναμένεται, να τηρούν. Δεν θα επιδιώξει να αναπαραγάγει υφιστάμενα μέσα, ή να αποτελέσει υποκατάστατο για την αναθεώρηση και τη συμπλήρωση αυτών των μέσων όπου ενδεχομένως παρίσταται ανάγκη. Θα αντισταθώ, επίσης, σε αιτήματα να συμπεριληφθούν στοιχεία τα οποία, κατά τη γνώμη μου, αφορούν πρωτίστως δημόσιους υπαλλήλους με ηγετικές αρμοδιότητες, ή τα οποία πρέπει να θεωρούνται υποχρεώσεις των θεσμικών οργάνων και όχι κάθε μεμονωμένου δημόσιου υπαλλήλου.

Ωστόσο, αυτά τα στοιχεία συνιστούν μια πλούσια πηγή έμπνευσης, στην οποία πρόκειται να βασίσει ο Διαμεσολαβητής τη συνεργασία του με τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης στο μέλλον, για την ενθάρρυνση και την καλλιέργεια μιας θεσμικής νοοτροπίας που καθιστά τις αρχές της δημόσιας διοίκησης ζώσα πραγματικότητα.

Ελπίζω όλοι όσοι διαβάζουν την παρούσα έκθεση να συμφωνούν ότι ένα κείμενο για τις αρχές που διέπουν τη δημόσια διοίκηση και η δημόσια διαβούλευση επί των αρχών αυτών συμβάλλουν σημαντικά στην εκπλήρωση της αποστολής του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή, όπως ορίστηκε στη στρατηγική που ενέκρινα τον Σεπτέμβριο του 2010:

Ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής μεριμνά για τη δίκαιη έκβαση των αναφορών κατά των θεσμικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προωθεί τη διαφάνεια και καλλιεργεί το πνεύμα εξυπηρέτησης των πολιτών. Αποσκοπεί στην οικοδόμηση εμπιστοσύνης μέσα από τον διάλογο ανάμεσα στους πολίτες και την Ευρωπαϊκή Ένωση, και στη διαμόρφωση των υψηλότερων δυνατών προτύπων συμπεριφοράς μέσα στα θεσμικά όργανα της Ένωσης.

Καθ. Νικηφόρος Διαμαντούρος

1. Η διαδικασία διαβούλευσης

Στις 24 Φεβρουαρίου 2011, ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής ξεκίνησε δημόσια διαβούλευση σχετικά με ένα σχέδιο κειμένου πέντε αρχών που πρέπει να καθοδηγούν τους δημοσίους υπαλλήλους της ΕΕ.

Το έγγραφο της διαβούλευσης δημοσιεύθηκε και στις 23 επίσημες γλώσσες.

Η αρχική προθεσμία για την υποβολή των συνεισφορών ήταν η 15η Μαΐου 2011. Μετά από αιτήματα αρκετών οργανώσεων, η προθεσμία παρατάθηκε κατά έναν μήνα, έως τις 15 Ιουνίου 2011.

Συνολικά, στη διαβούλευση ελήφθησαν 56 απαντήσεις: 28 στα αγγλικά, 22 στα γαλλικά, τρεις στα ισπανικά, δύο στα γερμανικά και μία στα ελληνικά.

Όπως αναφέρεται στο έγγραφο διαβούλευσης, ο κατάλογος των συνεισφερόντων που δεν ζήτησαν να μην αποκαλυφθεί το όνομά τους δημοσιεύθηκε στον ιστότοπο του Διαμεσολαβητή. Στον ιστότοπο δημοσιεύθηκαν αυτούσιες και οι συνεισφορές, κατόπιν αιτήματος για τη σχετική πρόσβαση του κοινού.

Ένας δημόσιος υπάλληλος ζήτησε να μην δημοσιευθεί το όνομά του. Ο Διαμεσολαβητής δέχτηκε το αίτημά του. Ο Διαμεσολαβητής αποφάσισε επίσης να μην δημοσιεύει μία ακόμη συνεισφορά, καθώς περιείχε ισχυρισμούς κατά τρίτων μερών. Καμία από τις δύο συνεισφορές δεν οδήγησε τον Διαμεσολαβητή να εξετάσει το ενδεχόμενο αναθεώρησης του σχεδίου κειμένου των αρχών.

Στην ενότητα 2 που ακολουθεί παρατίθενται οι 54 συνεισφέροντες των οποίων οι απαντήσεις δημοσιεύθηκαν στον ιστότοπο.

Κατά τη διάρκεια της περιόδου διαβούλευσης, ο Διαμεσολαβητής απέστειλε μεμονωμένες απαντήσεις σε δύο συνεισφέροντες, στην Ένωση Ευρωπαίων Φεντεραλιστών και στην επιτροπή προσωπικού του Συμβουλίου. Αυτές οι απαντήσεις δημοσιεύονται στον ιστότοπο, μαζί με τις αντίστοιχες συνεισφορές. Ο Διαμεσολαβητής συναντήθηκε επίσης με αντιπροσωπίες της Solidarité européenne, μιας συνδικαλιστικής ένωσης, και της κεντρικής επιτροπής προσωπικού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στις 30 Μαΐου και στις 31 Μαΐου 2011 αντίστοιχα.

2. Κατάλογος των συνεισφερόντων

Ακολουθεί, σε αλφαβητική σειρά, ο κατάλογος των μεμονωμένων πολιτών και των οργανισμών που απέστειλαν γραπτή απάντηση στη δημόσια διαβούλευση.

- Access Info Europe - Helen Darbishire, Pamela Bartlett και Lydia Medland

- Adriaen, Charlotte

- Αλεξάκης, Γεώργιος

- Allgeier, Timo

- ALTER-EU - Koen Roovers, συντονιστής του συνασπισμού

- Υπηρεσία καταπολέμησης της απάτης της Καταλονίας - Xavier Sisternas, διευθυντής του τμήματος πρόληψης

- Association Inscrire - Françoise Schein και Katia de Radiguès

- Banneux, Dominique

- Bartholomé, Etienne

- BEUC- Ευρωπαϊκός Οργανισμός Καταναλωτών- Ilaria Passarani, ανώτερη υπάλληλος πολιτικής

- Birbeck, Vaughan

- Bordes, Arnaud

- Casana, Francois

- Cerchez, Marius

- Chaouch, Dhikra

- Cleary, Gottlieb, Steen & Hamilton LLP - John Temple Lang

- Comité central du personnel de la Commission - Cristiano Sebastiani, πρόεδρος

- Comité du personnel du Conseil de l'UE - Catherine Bony-Brandt, πρόεδρος

- Docherty, Michael

- Domm, Rory

- Dumont du Voitel, Rainer

- Euclid Network - Luisa De Amicis, υπεύθυνη προγραμμάτων και πολιτικής

- Eulaerts, Olivier

- EU Agencies Network- Geert Dancet, πρόεδρος του δικτύου, διευθύνων σύμβουλος, Ευρωπαϊκός Οργανισμός Χημικών Προϊόντων

- Ευρωπαϊκή Επιτροπή - José Manuel Barroso, Πρόεδρος

- Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο - Vítor Caldeira, Πρόεδρος

- Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων - Frances Nuttall, επικεφαλής του τμήματος ανθρώπινων πόρων

- Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο - Jerzy Buzek, Πρόεδρος

- Ευρωπαϊκή Αστυνομική Ακαδημία - Detlef Schröder, αναπληρωτής γενικός διευθυντής

- Ένωση Ευρωπαϊκών Πανεπιστημίων- Lesley Wilson, γενική γραμματέας

- Gargaro, Vittorio

- Gesamtverbandes der Deutschen Versicherungswirtschaft - Stephan Schweda

- Hermans, Barbara

- Βουλή των Λόρδων, επιτροπή Ευρωπαϊκής Ένωσης – λόρδος John Roper, πρόεδρος

- Ibáñez García, Isaac

- Jones, Alice

- Lacerda, Antonio

- Lefavrais, Thibaut

- Lemoigne, Brigitte

- Mauro, Massimo

- N'Dong, Stéphane

- Noriega Guerra, Alberto

- Ratel, Christine

- Robertson, Colin

- Romera Agüero, Lidia Maria

- Sanchez Amillategui, Fernando

- Σύλλογος επαγγελματιών για τις ευρωπαϊκές υποθέσεις (SEAP) - Gary Hills, γενικός γραμματέας

- Solidarité Européenne - Luigia Dricot Daniele, Secrétaire politique

- Strack, Guido

- Syndicat des fonctionnaires internationaux et européens - Pilar Antelo, πρόεδρος

- Talacchi, Alessandro

- Talevska, Snezana

- Ένωση Ευρωπαίων Φεντεραλιστών - Andrew Duff, βουλευτής του ΕΚ

- Wellens, Ingrid

3. Ανάλυση των απαντήσεων που δόθηκαν στη διαβούλευση

3.1. Τι είπαν οι πολίτες για την πρόταση συνολικά

3.1.1 Γενικές αντιδράσεις

Εκφράστηκαν διάφορες απόψεις σχετικά με τη χρησιμότητα της πρωτοβουλίας του Διαμεσολαβητή.

Πολλοί συνεισφέροντες (για παράδειγμα, η Access Info Europe, η Ένωση Ευρωπαϊκών Πανεπιστημίων, η επιτροπή προσωπικού του Συμβουλίου, το EU Agencies Network και η γερμανική ένωση ασφαλιστικών εταιρειών) επικρότησαν την πρωτοβουλία. Ορισμένοι συνεισφέροντες (ιδίως η Access info Europe, η ALTER-EU και το δικηγορικό γραφείο Cleary, Gottlieb, Steen & Hamilton) επέστησαν την προσοχή σε συγκεκριμένα ζητήματα προβληματισμού, σε σχέση με τα οποία θεώρησαν ότι οι αρχές θα μπορούσαν να διαδραματίσουν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο. Τα εν λόγω ζητήματα περιλάμβαναν τον χειρισμό περιπτώσεων σύγκρουσης συμφερόντων, τις σχέσεις με τις ομάδες άσκησης πίεσης, το φαινόμενο της μετάβασης από τον δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα («revolving doors»), καθώς και αλλαγές στη σύνθεση της δημόσιας διοίκησης της ΕΕ.

EU Agencies Network

Οι οργανισμοί συμφωνούν, πράγματι, ότι είναι σημαντικό να καθοριστούν οι κοινές αρχές που αφορούν όλους τους δημόσιους υπαλλήλους στην ΕΕ, οι οποίες πρέπει να αντικατοπτρίζουν τις αξίες της σύγχρονης δημόσιας διοίκησης, όπως είναι η διαφάνεια, η αμεροληψία, η λογοδοσία και η αποτελεσματικότητα.

Από την άλλη πλευρά, ορισμένοι συνεισφέροντες (για παράδειγμα, η κεντρική επιτροπή προσωπικού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και μία από τις συνδικαλιστικές ενώσεις, η Solidarité européenne) επισήμαναν τον ενδεχόμενο κίνδυνο να αποβεί η πρωτοβουλία αντιπαραγωγική. Εάν εκληφθεί λανθασμένα ότι η πρωτοβουλία υπονοεί ότι τα υφιστάμενα μέσα, όπως ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης, είναι ανεπαρκή, η εμπιστοσύνη των πολιτών στη δημόσια διοίκηση της ΕΕ θα μπορούσε να αποδυναμωθεί αντί να ενισχυθεί.

Η Ένωση Ευρωπαίων Φεντεραλιστών, μέσω επιστολής του προέδρου της, του κ. Andrew Duff, βουλευτή του ΕΚ, εξέφρασε την ανησυχία της σχετικά με το ακριβές μήνυμα της διαβούλευσης και επισήμανε τον ενδεχόμενο κίνδυνο η πρωτοβουλία να αποθαρρύνει τους δημόσιους υπαλλήλους.

Επιπλέον, αρκετοί μεμονωμένοι δημόσιοι υπάλληλοι απέστειλαν απαντήσεις αμφισβητώντας την ανάγκη κατάρτισης ενός κειμένου αρχών καθώς και, σε ορισμένες περιπτώσεις, την αρμοδιότητα του Διαμεσολαβητή να ξεκινήσει μια πρωτοβουλία αυτού του είδους ή/και τα κίνητρα που τον οδήγησαν σε αυτήν την ενέργεια.

Η απάντηση της επιτροπής προσωπικού του Συμβουλίου επέστησε την προσοχή στο πρόβλημα που ανέκυψε με τη γαλλική έκδοση των αρχών, όπου χρησιμοποιήθηκε το ρήμα «devraient» για τη μετάφραση του αγγλικού ρήματος «should». Σύμφωνα με την εν λόγω επιτροπή, η χρήση αυτού του τύπου είχε αρνητικές επιπτώσεις και συνέστησε να χρησιμοποιηθεί αντ’ αυτού η οριστική ενεστώτα. Σε επακόλουθες συναντήσεις με αντιπροσωπείες της κεντρικής επιτροπής προσωπικού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Solidarité européenne, που πραγματοποιήθηκαν κατόπιν δικού τους αιτήματός τους, τέθηκε το ίδιο ζήτημα.

 Comité du personnel du Conseil de l'UE/Επιτροπή προσωπικού του Συμβουλίου

Or, bien que l'intention de la déclaration soit constructive, sa rédaction pourrait, au lieu d'accroître la confiance des citoyens dans le service public européen, mettre sérieusement en doute l'intégrité même de celui-ci.

Chaque phrase contient notamment le mot "devraient", ce qui a une connotation d'accusation très forte. Ce conditionnel donne l'impression que la fonction publique européenne fait preuve d'une gestion administrative des plus mauvaises, ce qui n'est de toute évidence pas le cas. C'est pourquoi il nous semble que la rédaction du projet pourrait être sensiblement améliorée en supprimant ce verbe "devraient" et en mettant la totalité du texte au présent de l'indicatif[1].

Κατά τις συναντήσεις με την κεντρική επιτροπή προσωπικού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και τη Solidarité européenne, συστήθηκε να μελετηθούν προσεκτικά θέματα επικοινωνίας και προτάθηκε η τελική έκδοση των αρχών να συνοδεύεται από μια εισαγωγή στην οποία να εξηγείται ότι ο σκοπός τους και, συγκεκριμένα, να αναγνωρίζεται ότι επί του παρόντος οι δημόσιοι υπάλληλοι της ΕΕ τηρούν τις αρχές.

Στη γραπτή του απάντηση, το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο πρότεινε επίσης να προστεθεί μια εισαγωγή στο κείμενο, η οποία να υπενθυμίζει τον λόγο για τον οποίο ιδρύθηκε η ΕΕ και τις βασικές αξίες της. Το Ελεγκτικό Συνέδριο πρότεινε να λειτουργήσει ως έμπνευση για αυτήν την εισαγωγή η δήλωση Schuman και το άρθρο 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, που αναφέρει τις αξίες του σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της ελευθερίας, της δημοκρατίας, της ισότητας, του κράτους δικαίου, καθώς και του σεβασμού των ανθρώπινων δικαιωμάτων.

Το δίκτυο Euclid επέστησε επίσης την προσοχή στην ανάγκη να συνοδεύονται οι αρχές από μια εισαγωγή.

Η άποψη του Διαμεσολαβητή

Όπως αναφέρεται στο έγγραφο διαβούλευσης, η σαφής και συνοπτική καταγραφή των αρχών της δημόσιας διοίκησης έχει ως στόχο να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη προς τους δημοσίους υπαλλήλους και τα θεσμικά όργανα της ΕΕ στα οποία υπηρετούν.

Ουδέποτε υπήρξε η πρόθεση να υπονοηθεί ότι δεν τηρούνται ή δεν εφαρμόζονται ήδη οι αρχές από τους δημόσιους υπαλλήλους της ΕΕ.

Ο Διαμεσολαβητής αποδέχτηκε με ευγνωμοσύνη τη θετική και εποικοδομητική πρόταση της επιτροπής προσωπικού του Συμβουλίου, της κεντρικής επιτροπής προσωπικού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Solidarité européenne για βελτίωση της γαλλικής έκδοσης των αρχών, συμβάλλοντας στην αποφυγή παρανοήσεων.

Όσον αφορά την αγγλική έκδοση, ο Διαμεσολαβητής θεωρεί ότι η λέξη «should» εκφράζει με κατάλληλο τρόπο τις υφιστάμενες υποχρεώσεις, κάτι που αποτελεί πρόθεση του κειμένου των αρχών της δημόσιας διοίκησης.

Ο Διαμεσολαβητής θα διασφαλίσει ότι η αναθεώρηση των υπόλοιπων γλωσσικών εκδόσεων θα λάβει υπόψη το συγκεκριμένο ζήτημα.

Επίσης, ο Διαμεσολαβητής συμφωνεί πλήρως ότι είναι σημαντική η αποτελεσματική και δέουσα διάδοση της τελικής έκδοσης των αρχών της δημόσιας διοίκησης, καθώς και ότι θα είναι χρήσιμη μια επεξηγηματική εισαγωγή για τον σκοπό αυτόν.

3.1.2 Σχέση με τους υφιστάμενους κανόνες, κώδικες και διαδικασίες

Πολλοί συνεισφέροντες επέστησαν την προσοχή στη συνάφεια άλλων μέσων και διαδικασιών για τη θέση σε ισχύ των αρχών της δημόσιας διοίκησης.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επέστησε την προσοχή στον κώδικα συμπεριφοράς των υπαλλήλων του (Οδηγός σχετικά με τις υποχρεώσεις των μονίμων και λοιπών υπαλλήλων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου), που εγκρίθηκε από το Προεδρείο του στις 7 Ιουλίου 2008. Στην εισαγωγή του εν λόγω οδηγού παρέχεται η εξήγηση ότι ο κανoνισμός υπηρεσιακής κατάστασης εισάγει κώδικα δεoντoλoγίας για την ευρωπαϊκή δημόσια διoίκηση.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπενθύμισε ότι, τα τελευταία έτη, έχει αναλάβει δράση για να αυξήσει την ευαισθητοποίηση του προσωπικού της και να ενθαρρύνει την εφαρμογή των κανόνων και των αρχών που περιέχονται στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης και τον κώδικα ορθής διοικητικής συμπεριφοράς, που ενέκρινε στις 17 Οκτωβρίου 2000.

Στις απαντήσεις τους δύο μεμονωμένοι πολίτες επέστησαν την προσοχή του Διαμεσολαβητή στην ανακοίνωση του Αντιπροέδρου κ. Kallas προς την Επιτροπή σχετικά με την ενίσχυση του περιβάλλοντος επαγγελματικής δεοντολογίας στην Επιτροπή (SEC(2008) 301 τελικό, 5 Μαρτίου 2008) και στον πρακτικό οδηγό της Επιτροπής για τη δεοντολογία και τη συμπεριφορά του προσωπικού (που διατίθεται στο ενδοδίκτυο της Επιτροπής).

Η Cleary, Gottlieb, Steen & Hamilton LLP ανέφερε ότι η ΓΔ Ανταγωνισμού της Επιτροπής έχει θεσπίσει τον δικό της κώδικα δεοντολογίας[2] και συνέστησε στην Επιτροπή να εξετάσει το ενδεχόμενο έγκρισης παρόμοιων κωδίκων, προσαρμοσμένων στις ιδιαίτερες συνθήκες άλλων ΓΔ.

Μια συνδικαλιστική ένωση, η Syndicat des fonctionnaires internationaux et européens (SFIE), προσδιόρισε αρκετούς τομείς στους οποίους θεωρεί ότι η εφαρμογή του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης είναι μη ικανοποιητική και κάλεσε τον Διαμεσολαβητή να διατυπώσει προτάσεις στο πλαίσιο των αλλαγών του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης που προβλέπονται για το 2012.

Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Καταναλωτών (BEUC) υπογράμμισε τη διαδικασία εκτίμησης επιπτώσεων της Επιτροπής[3] ως πηγή πληροφοριών και στοιχείων για τη διασφάλιση αντικειμενικότητας κατά τη διαδικασία χάραξης πολιτικής, και τόνισε την ανάγκη για αντικειμενικότητα κατά την ανάθεση και τον σχεδιασμό των ερευνών για τη στήριξη των εκτιμήσεων επιπτώσεων. Η BEUC ζήτησε επίσης από τα θεσμικά όργανα να επανεξετάσουν τις διαδικασίες διαβούλευσης που ακολουθούν, προκειμένου να διασφαλιστεί εξισορρόπηση των διαφόρων συμφερόντων και ενδιαφερόμενων μερών.

Στην απάντηση που έδωσε σε προσωπικό επίπεδο, ένας υπάλληλος του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων πρότεινε όλα τα θεσμικά και λοιπά όργανα και οι οργανισμοί της ΕΕ να διαθέτουν έναν «υπεύθυνο για θέματα δεοντολογίας», ο οποίος θα παρέχει πληροφορίες και κατάρτιση επί δεοντολογικών ζητημάτων, θα υποβάλλει προτάσεις για βελτίωση της δεοντολογικής συμπεριφοράς, θα είναι στη διάθεση του προσωπικού για διαβούλευση και θα λειτουργεί ως μηχανισμός προειδοποίησης. Πρέπει επίσης να αναπτυχθεί μια πλατφόρμα ή ένα δίκτυο για την ανταλλαγή πληροφοριών και ιδεών μεταξύ των διαφόρων υπευθύνων για θέματα δεοντολογίας. Άλλοι συνεισφέροντες τόνισαν επίσης πόσο σημαντικό είναι να παρέχουν τα θεσμικά όργανα κατάρτιση στο προσωπικό τους επί θεμάτων δεοντολογίας.

Η άποψη του Διαμεσολαβητή

Ο Διαμεσολαβητής αναγνωρίζει τη σημασία των παραπάνω ζητημάτων και είναι ευγνώμων στους συνεισφέροντες που τα έθεσαν.

Σε μια ομιλία του προς την Επιτροπή Ελέγχου του Προϋπολογισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στις 22 Σεπτεμβρίου 2011, ο Διαμεσολαβητής αναφέρθηκε στις σημαντικές πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που αφορούν τον διορισμό «αρμόδιων για θέματα δεοντολογίας» και την ανάπτυξη προγραμμάτων κατάρτισης σχετικά με τη δεοντολογία. Πρότεινε επίσης να δοθεί σε αυτό το έργο διοργανική διάσταση και προσφέρθηκε να συνδράμει στην εν λόγω διαδικασία. Στο πλαίσιο αυτό, ο Διαμεσολαβητής πρόκειται να εξετάσει προσεκτικά την πολύτιμη πρόταση για τον διορισμό υπευθύνων για θέματα δεοντολογίας.

Κατά την άποψη του Διαμεσολαβητή, τα σημεία που εξετάστηκαν στην παρούσα ενότητα δεν απαιτούν αλλαγές στο σχέδιο κειμένου των αρχών που διέπουν τη δημόσια διοίκηση.

3.1.3 Επιβολή και κυρώσεις

Ένας μεμονωμένος συνεισφέρων έθεσε το ερώτημα ποιος θα παρακολουθεί τη συμμόρφωση των δημόσιων υπαλλήλων προς τις αρχές, ποιος θα αποφασίζει εάν έχουν παραβιαστεί οι αρχές σε περίπτωση σχετικής διένεξης ή ισχυρισμού και κατά πόσον θα επιβάλλονται κυρώσεις για όσους παραβιάζουν τις αρχές. Ο σύλλογος επαγγελματιών για τις ευρωπαϊκές υποθέσεις (SEAP) έθεσε επίσης το ερώτημα τι συμβαίνει όταν ένας δημόσιος υπάλληλος δεν τηρεί τις αρχές και κατά πόσον ο Διαμεσολαβητής θα θεωρούσε την παραβίαση μιας αρχής ως λόγο να στηρίξει μια καταγγελία.

Η άποψη του Διαμεσολαβητή

Οι αρχές της δημόσιας διοίκησης δεν αποσκοπούν να επιβάλουν νομικές ή πειθαρχικές υποχρεώσεις στους δημόσιους υπαλλήλους.

Επιπλέον, καταρτίστηκαν με γνώμονα τις υψηλότερες δυνατές προσδοκίες όσον αφορά τη συμπεριφορά των δημόσιων υπαλλήλων, και όχι με σκοπό να ορίζουν, να εντοπίζουν ή να τιμωρούν τυχόν ανάρμοστη συμπεριφορά.

Οι εν λόγω αρχές θα μπορούσαν να αποτελέσουν ένα χρήσιμο σημείο αναφοράς όσον αφορά το πνεύμα της ερμηνείας και εφαρμογής των κανόνων και των κωδίκων που περιέχουν συγκεκριμένες υποχρεώσεις οι οποίες θέτουν σε ισχύ τις αρχές της δημόσιας διοίκησης.

Ο Διαμεσολαβητής θα λαμβάνει υπόψη τις αρχές της δημόσιας διοίκησης κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του και θα αναμένει από τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να πράττουν το ίδιο. Ωστόσο, ο Διαμεσολαβητής υπενθυμίζει ότι οι έρευνές του αφορούν περιπτώσεις κακοδιοίκησης στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων των θεσμικών οργάνων της ΕΕ, και δεν έχουν ως αντικείμενο τη συμπεριφορά μεμονωμένων δημόσιων υπαλλήλων από πειθαρχικής πλευράς.

3.1.4 Πεδίο εφαρμογής των αρχών

Δύο συνεισφέροντες αναφέρθηκαν στην υποσημείωση στον τίτλο των αρχών, όπου εξηγείται ότι ο όρος «δημόσιος υπάλληλος» αφορά το προσωπικό των θεσμικών και λοιπών οργάνων και των οργανισμών της ΕΕ, που αποκαλούνται επίσημα «υπάλληλοι και λοιπό προσωπικό».

Ένας συνεισφέρων (SEAP) ρώτησε εάν περιλαμβάνονται οι Επίτροποι και, εάν δεν περιλαμβάνονται, θα ήθελε να καταστεί αυτό σαφές.

Ένας άλλος μεμονωμένος συνεισφέρων συνέστησε να δηλώνεται ρητά, για λόγους διαφάνειας, ότι οι Επίτροποι, οι δικαστές του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου και οι βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεν είναι δημόσιοι υπάλληλοι της ΕΕ και ότι είτε διορίζονται από τα κράτη μέλη της Ένωσης είτε εκλέγονται.

Η άποψη του Διαμεσολαβητή

Ο Διαμεσολαβητής συμφωνεί ότι είναι σημαντικό να καταστεί σαφές ότι οι Επίτροποι, οι δικαστές του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου και οι βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεν συγκαταλέγονται στους «υπαλλήλους και το λοιπό προσωπικό» της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπό την έννοια του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης[4]. Επιπλέον, οι υποχρεώσεις τους δεν καθορίζονται από τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης. Συνεπώς, ο όρος «δημόσιοι υπάλληλοι» όπως χρησιμοποιείται στις αρχές της δημόσιας διοίκησης δεν τους συμπεριλαμβάνει.

Ωστόσο, ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης ορίζει μια κατηγορία «ειδικού συμβούλου»[5], στον οποίο εφαρμόζονται ορισμένες διατάξεις του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης.

Ο Διαμεσολαβητής θεωρεί ότι θα ήταν ορθό να συμπεριληφθούν οι σχετικές εξηγήσεις στην εισαγωγή που θα συνοδεύει τις αρχές, και όχι σε υποσημείωση.

3.2. Τι είπαν οι πολίτες για το σχέδιο κειμένου των αρχών

3.2.1 Προτάσεις για πρόσθετες αρχές και θέματα

Η ορθολογική χρήση των πόρων/λιτότητα

Η υπηρεσία καταπολέμησης της απάτης της Καταλονίας πρότεινε, ως πρόσθετη αρχή («λιτότητα»), οι δημόσιοι υπάλληλοι να διαχειρίζονται τους δημόσιους πόρους με σύνεση και να επιδιώκουν οικονομία, αποδοτικότητα και αποτελεσματικότητα. Η υπηρεσία επισήμανε ότι ένα ψήφισμα των Ηνωμένων Εθνών[6] σχετικά με έναν διεθνή κώδικα συμπεριφοράς δημόσιων υπαλλήλων αναφέρει ήδη αυτήν την αρχή: «[ο]ι δημόσιοι υπάλληλοι διασφαλίζουν ότι εκτελούν τα καθήκοντα και τον ρόλο τους αποδοτικά, αποτελεσματικά και με ακεραιότητα σύμφωνα με τους νόμους ή τις διοικητικές πολιτικές. Προσπαθούν ανά πάσα στιγμή να διασφαλίζουν ότι η διαχείριση των δημόσιων πόρων για τους οποίους είναι υπεύθυνοι είναι η πλέον αποδοτική και αποτελεσματική».

Το δίκτυο Euclid υπέβαλε παρόμοια πρόταση, να αναφέρεται ότι «οι δημόσιοι υπάλληλοι της ΕΕ πρέπει να επιδεικνύουν θετική στάση όσον αφορά την τήρηση των αρχών της αποδοτικότητας, της αποτελεσματικότητας, της διαφάνειας, της λογοδοσίας, της συνέπειας, της ανάληψης κινδύνων και του περιορισμού της γραφειοκρατίας (συμπεριλαμβανομένης της μείωσης των διοικητικών εξόδων)»[7].

Ένας πολίτης πρότεινε οι δημόσιοι υπάλληλοι να ενημερώνουν τους προϊσταμένους τους για δυσλειτουργίες ή ελλείψεις της διοίκησης. Συγκεκριμένα, πρέπει να υποβάλλουν προτάσεις για αύξηση της παραγωγικότητας και μείωση της γραφειοκρατίας, των διοικητικών εξόδων και των δημόσιων δαπανών.

Σχετικά με το ίδιο ζήτημα, το Ελεγκτικό Συνέδριο υπογράμμισε, στα γενικά σχόλιά του, τη σημασία της ορθολογικής χρήσης των δημόσιων πόρων εκ μέρους των υπαλλήλων της ΕΕ.

Το Ελεγκτικό Συνέδριο ανέφερε επίσης ότι οι διορισμοί και οι προαγωγές υπαλλήλων της ΕΕ πρέπει να έχουν ως γνώμονα την αρχή της αξιοκρατίας.

Λογοδοσία

Σύμφωνα με την υπηρεσία καταπολέμησης της απάτης της Καταλονίας, από όλο το κείμενο συνολικά μπορεί να συναχθεί η αρχή της λογοδοσίας και αυτή η αρχή πρέπει να προσδιοριστεί ξεχωριστά. Κατά την άποψη της εν λόγω υπηρεσίας, η ετοιμότητα των υπαλλήλων να αναγνωρίζουν και να διορθώνουν σφάλματα (την οποία το έγγραφο διαβούλευσης εντάσσει στην αρχή της αντικειμενικότητας) θα μπορούσε να αποτελέσει μέρος αυτής της αρχής.

Ευελιξία και καινοτομία

Το δίκτυο Euclid πρότεινε να αναγνωριστούν ως αρχές η ευελιξία και η επικέντρωση στην καινοτομία. Συνοπτικά, σύμφωνα με αυτές τις αρχές οι δημόσιοι υπάλληλοι πρέπει να προσαρμόζονται στους θεσμικούς κανόνες για να αντεπεξέρχονται στις ανάγκες και τις προσδοκίες των πολιτών, να είναι προνοητικοί και να προωθούν την καινοτομία και τις ορθές πρακτικές.

Αυτές οι δύο αρχές πρέπει επίσης, κατά την άποψη του Euclid, να κάνουν αναφορά στην ενίσχυση του ρόλου των πολιτών, στη δυνατότητα των πολιτών να συνεισφέρουν, και στην προώθηση συμμετοχικής προσέγγισης.

Καταγγελία παρατυπιών

Access Info Europe

… είναι σημαντικό να μην ανέχονται οι δημόσιοι υπάλληλοι πρακτικές διαφθοράς, μεροληψίες υπέρ ιδιωτικών συμφερόντων, την έλλειψη ακεραιότητας και διαφάνειας ή τη μη ανάληψη προσήκουσας και δεοντολογικά ορθής δράσης.

Η συνεισφορά της Access Info Europe πρότεινε οι αρχές να περιλαμβάνουν ή να αναφέρουν ρητά και την προστασία των καταγγελλόντων και στην υποχρέωση των δημόσιων υπαλλήλων να «γνωστοποιούν παρατυπίες».

Ένας μεμονωμένος πολίτης εξέφρασε επίσης τη λύπη του για το γεγονός ότι παραλείπεται μια σαφής αναφορά για το πώς πρέπει να αντιδρούν οι δημόσιοι υπάλληλοι «εάν υποπέσει στην αντίληψή τους τυχόν ανάρμοστη συμπεριφορά η οποία καλύπτεται από ένα θεσμικό όργανο».

Η άποψη του Διαμεσολαβητή

Ο Διαμεσολαβητής συμφωνεί ότι η ορθολογική χρήση των δημόσιων πόρων και η επιδίωξη οικονομίας, αποδοτικότητας και αποτελεσματικότητας είναι θεμελιώδους σημασίας για τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και τη δημόσια διοίκηση της ΕΕ. Το ίδιο θέμα τέθηκε κατά τη διάρκεια της διαβούλευσης με το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Διαμεσολαβητών που προηγήθηκε.

Ο Διαμεσολαβητής αναγνωρίζει επίσης της σημασία του ζητήματος της καταγγελίας παρατυπιών.

Λεπτομερείς νομικές και θεσμικές ρυθμίσεις για τις καταγγελίες παρατυπιών και τον προσεκτικό χειρισμό των δημόσιων πόρων πρέπει να περιέχονται, και περιέχονται πράγματι, σε μέσα όπως ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης και ο δημοσιονομικός κανονισμός, καθώς και σε διάφορους κώδικες.

Ο Διαμεσολαβητής δεν αποκλείει το ενδεχόμενο πρόσθετα μέσα ή/και η αναθεώρηση των υφιστάμενων μέσων να ενδείκνυνται υπό το πρίσμα των αρχών, και προκειμένου να εφαρμοστούν πλήρως αυτές οι αρχές.

Ο Διαμεσολαβητής θεωρεί τις αρχές της δημόσιας διοίκησης υψηλού επιπέδου δήλωση των δεοντολογικών προτύπων που ισχύουν για όλους τους δημόσιους υπαλλήλους. Σύμφωνα με αυτήν την προσέγγιση, δεν κρίνεται σκόπιμο να συμπεριληφθούν στοιχεία τα οποία αφορούν πρωτίστως δημόσιους υπαλλήλους με αρμοδιότητες ηγεσίας, ή τα οποία πρέπει να θεωρούνται πρωτίστως υποχρεώσεις των θεσμικών οργάνων και όχι κάθε μεμονωμένου δημόσιου υπαλλήλου.

Είναι αλήθεια ότι κάθε δημόσιος υπάλληλος έχει τη δυνατότητα να συνεισφέρει στην αποφυγή σπατάλης. Ωστόσο, την πρωταρχική ευθύνη για την ορθολογική χρήση των δημόσιων πόρων τη φέρουν τα θεσμικά όργανα και οι διευθυντές.

Στην περίπτωση της καταγγελίας παρατυπιών, ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης επιβάλλει σε όλους τους δημόσιους υπαλλήλους την υποχρέωση να αναφέρουν τυχόν ανάρμοστη συμπεριφορά[8]. Επιπλέον, ο Διαμεσολαβητής είναι κατηγορηματικός ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι δεν πρέπει να εθελοτυφλούν στην ανάρμοστη συμπεριφορά άλλων. Ωστόσο, ο Διαμεσολαβητής επισημαίνει ότι δεν υπάρχει ομοιόμορφη διεθνής πρακτική όσον αφορά την επιβολή συγκεκριμένης νομικής υποχρέωσης να καταγγέλλουν οι δημόσιοι υπάλληλοι τυχόν παρατυπίες.

Για τους παραπάνω λόγους, ο Διαμεσολαβητής θεωρεί ότι η προσθήκη στην πρώτη αρχή μιας αναφοράς στην εμπιστοσύνη των πολιτών (αφοσίωση - βλ. τη συζήτηση παρακάτω), σε συνδυασμό με την πρώτη παράγραφο της δεύτερης αρχής (ακεραιότητα)[9], καλύπτει τα ζητήματα αυτά κατά τρόπο δέοντα και επαρκή, δεδομένου του χαρακτήρα υψηλού επιπέδου των αρχών.

Ο Διαμεσολαβητής θεωρεί ότι η δημιουργία των θεσμικών συνθηκών που θα παρέχουν σε όλους τους δημόσιους υπαλλήλους τη δυνατότητα να είναι ευέλικτοι και καινοτόμοι αποτελεί αρμοδιότητα των θεσμικών οργάνων και της διοίκησής τους. Ως γενική υποχρέωση, θεωρείται ότι αυτές οι έννοιες καλύπτονται επαρκώς από την αναφορά στην τρίτη αρχή (αντικειμενικότητα) ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι πρέπει να χαρακτηρίζονται από «ανοικτό πνεύμα».

Ο Διαμεσολαβητής έχει την ίδια άποψη όσον αφορά την ευθύνη για: την ενίσχυση του ρόλου των πολιτών, την προώθηση της συμμετοχής των πολιτών, και τη χρήση της αξιοκρατίας ως κριτηρίου για τον διορισμό και τη σταδιοδρομία ενός προσώπου στη δημόσια διοίκηση. Στον βαθμό που αυτές οι ευθύνες συνεπάγονται υποχρεώσεις για κάθε δημόσιο υπάλληλο, εκφράζονται επαρκώς από τις αρχές της αφοσίωσης (ιδίως από την πρόσθετη αναφορά στην εμπιστοσύνη των πολιτών – βλ. παρακάτω) και της ακεραιότητας.

Σχετικά με ένα συναφές σημείο, ορισμένοι συνεισφέροντες χρησιμοποίησαν τον όρο «προορατικότητα» και ο Διαμεσολαβητής εξέτασε το ενδεχόμενο να συμπεριληφθεί στις αρχές. Εντούτοις, καθώς δεν είναι σαφές κατά πόσον υφίσταται ένας ισοδύναμος όρος σε άλλες γλώσσες, κρίνεται προτιμότερο να μην συμπεριληφθεί ο όρος. (Για τον ίδιο λόγο, οι αρχές δεν χρησιμοποιούν τον όρο «λογοδοσία»). Μετά την αναθεώρησή τους, η τρίτη και η τέταρτη παράγραφος της πρώτης αρχής (αφοσίωση) συνεπάγονται την υιοθέτηση μιας προορατικής προσέγγισης και η επεξηγηματική εισαγωγή στις αρχές θα τονίσει αυτό το σημείο.

3.2.2 Πρώτη αρχή - Αφοσίωση στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τους πολίτες της

Το Ελεγκτικό Συνέδριο θεώρησε ότι θα ήταν σκόπιμο να προστεθεί μια αναφορά στην επάρκεια του προσωπικού της ΕΕ, απαιτώντας όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι της ΕΕ να συμπεριφέρονται με επαγγελματισμό ανά πάσα στιγμή και να εφαρμόζουν τα υψηλότερα δυνατά επαγγελματικά πρότυπα κατά την εκτέλεση της εργασίας τους, ώστε να μπορούν να ασκούν τα καθήκοντά τους ορθά και αμερόληπτα.

Το Ελεγκτικό Συνέδριο πρότεινε επίσης να αναφέρεται η ανάγκη οι υπάλληλοι της ΕΕ να διατηρούν την ανεξαρτησία τους έναντι εξωτερικών ομάδων συμφερόντων και την πολιτική ουδετερότητά τους. Αρκετοί άλλοι συνεισφέροντες εξέφρασαν παρόμοιες απόψεις.

Ο σύλλογος επαγγελματιών για τις ευρωπαϊκές υποθέσεις (SEAP) πρότεινε να χωριστεί η τρίτη παράγραφος[10] σε δύο, καθώς περιέχει δύο διαφορετικές έννοιες. Αυτό θα έδινε επίσης τη δυνατότητα να συνδεθεί η έννοια του «παραδείγματος προς μίμηση» με την «εμπιστοσύνη», μια λέξη που δεν εμφανίζεται πουθενά στις αρχές, παρόλο που αναφέρεται στο έγγραφο διαβούλευσης.

Η ALTER-EU επισήμανε ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας περιλαμβάνει γενικές δεσμεύσεις. Η Access Info Europe εξέφρασε την ίδια άποψη και πρότεινε επίσης να αναφέρεται ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι πρέπει να «αποτελούν παράδειγμα προς μίμηση για τους άλλους», αντί απλώς να «προσπαθούν» να αποτελούν παράδειγμα προς μίμηση για τους άλλους.

ALTER-EU

… στη Συνθήκη της Λισαβόνας αναλαμβάνεται δέσμευση για την επίτευξη βιώσιμης ανάπτυξης και αναφέρεται η σαφής ευθύνη για την προστασία των συμφερόντων των πολιτών και του περιβάλλοντος σε ολόκληρο τον κόσμο.

Εξ ονόματος της Ένωσης Ευρωπαίων Φεντεραλιστών, ο βουλευτής του ΕΚ Andrew Duff πρότεινε την εξής προσθήκη στην πρώτη πρόταση της πρώτης αρχής: «…να υπηρετούν τα συμφέροντα της Ένωσης και των πολιτών της με σκοπό την επίτευξη των στόχων των Συνθηκών».

Η υπηρεσία καταπολέμησης της απάτης της Καταλονίας εξέφρασε την άποψη ότι η πρώτη αρχή αναφέρεται στο καθήκον της προσήλωσης των δημόσιων υπαλλήλων στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στους πολίτες που υπηρετεί η ΕΕ και πρότεινε να μετονομαστεί αναλόγως.

Σύμφωνα με την υπηρεσία, η συγκεκριμένη αρχή πρέπει επίσης να αναφέρει ρητά την καταχώριση και φύλαξη των εγγράφων, καθώς και την επακόλουθη διαβίβασή τους σε όσους αναλαμβάνουν την ευθύνη για το θέμα.

Η άποψη του Διαμεσολαβητή

Ο Διαμεσολαβητής συμφωνεί με τις προτάσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Για να υλοποιηθούν, η πρώτη αρχή θα τροποποιηθεί ώστε να περιλαμβάνει αναφορά στα «υψηλότερα δυνατά επαγγελματικά πρότυπα».

Όσον αφορά την ανεξαρτησία των δημόσιων υπαλλήλων έναντι εξωτερικών ομάδων συμφερόντων και την πολιτική ουδετερότητά τους, ο Διαμεσολαβητής θα προσθέσει μια αναφορά στην «αμεροληψία» στην τρίτη αρχή (αντικειμενικότητα), όπως πρότεινε το EU Agencies Network.

Ο Διαμεσολαβητής συμφωνεί με την πρόταση της SEAP να εξετάζεται ξεχωριστά η εκτέλεση εκ μέρους των δημοσίων υπαλλήλων των καθηκόντων τους «όσο καλύτερα μπορούν» από την υποχρέωσή τους να «αποτελούν παράδειγμα προς μίμηση». Επιπλέον, θα προστεθεί η λέξη «εμπιστοσύνη» στο δεύτερο σκέλος και από το αγγλικό κείμενο θα αφαιρεθούν οι λέξεις «aim to».

Ο Διαμεσολαβητής αποδέχεται επίσης την άποψη που διατύπωσαν η ALTER-EU και η Access Info Europe σχετικά με τον παγκόσμιο ρόλο της ΕΕ. Πράγματι, το άρθρο 3 παράγραφος 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση αναφέρει τα εξής:

«Στις σχέσεις της με τον υπόλοιπο κόσμο, η Ένωση προβάλλει και προωθεί τις αξίες της και τα συμφέροντά της και συμβάλλει στην προστασία των πολιτών της. Συμβάλλει στην ειρήνη, την ασφάλεια, την αειφόρο ανάπτυξη του πλανήτη, την αλληλεγγύη και τον αμοιβαίο σεβασμό μεταξύ των λαών, το ελεύθερο και δίκαιο εμπόριο, την εξάλειψη της φτώχειας και την προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων, ιδίως των δικαιωμάτων του παιδιού, καθώς και στην αυστηρή τήρηση και ανάπτυξη του διεθνούς δικαίου και, ιδίως, στον σεβασμό των αρχών του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών».

Ο Διαμεσολαβητής θεωρεί ότι η προσθήκη που προτείνει η Ένωση Ευρωπαίων Φεντεραλιστών, σχετικά με τους στόχους των Συνθηκών, καλύπτεται επαρκώς από αυτό το σημείο και ότι δεν είναι σκόπιμο οι αρχές της δημόσιας διοίκησης να υπογραμμίζουν συγκεκριμένους ειδικούς στόχους.

Όσον αφορά την πρόταση να μετονομαστεί η πρώτη αρχή σε «προσήλωση», ο Διαμεσολαβητής υπενθυμίζει ότι ένα από τα σημεία που τέθηκαν στο πλαίσιο της προηγούμενης διαβούλευσης με το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Διαμεσολαβητών ήταν ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι είναι υπόλογοι και οφείλουν να είναι προσηλωμένοι στα θεσμικά όργανα για τα οποία εργάζονται. Η πρώτη αρχή, η οποία συνάδει πλήρως με τη θεσμική προσήλωση, αποσκοπεί να μεταδώσει μια διαφορετική και ευρύτερη ιδέα, η οποία εκφράζεται δεόντως από τη λέξη «αφοσίωση».

Ο Διαμεσολαβητής συμφωνεί με την πρόταση της υπηρεσίας καταπολέμησης της απάτης της Καταλονίας ότι στις αρχές πρέπει να συμπεριλαμβάνεται το καθήκον της τήρησης επαρκών αρχείων. Η επιτροπή Ευρωπαϊκής Ένωσης της Βουλής των Λόρδων (Ηνωμένο Βασίλειο) υπέβαλε παρόμοια πρόταση σχετικά με τη δεύτερη αρχή (ακεραιότητα). Κατά την άποψη του Διαμεσολαβητή, η τήρηση επαρκών αρχείων εξυπηρετεί πολλαπλούς σκοπούς. Ο Διαμεσολαβητής πρόκειται να τη συμπεριλάβει ως πτυχή της πέμπτης αρχής (διαφάνεια).

Ο Διαμεσολαβητής θα διαγράψει επίσης τη φράση «και όχι για άλλους σκοπούς» στη δεύτερη παράγραφο. Αυτή η αρνητική διατύπωση είναι περιττή, δεδομένου ότι το πρώτο μέρος της πρότασης περιλαμβάνει τη λέξη «μόνο».

3.2.3 Δεύτερη αρχή - Ακεραιότητα

Αυτή η αρχή συγκέντρωσε τα περισσότερα σχόλια των συνεισφερόντων. Δύο βασικά θέματα αναδεικνύονται από τα σχόλια. Πρώτον, πολλοί συνεισφέροντες επιθυμούν να ενισχυθεί η διατύπωση της αρχής. Δεύτερον, ορισμένοι συνεισφέροντες, ιδίως μεμονωμένοι δημόσιοι υπάλληλοι, είναι δυσαρεστημένοι από τη διατύπωση της τέταρτης παραγράφου, που αναφέρεται συγκεκριμένα στα επιδόματα.

Το EU Agencies Network πρότεινε την επαναδιατύπωση της πρώτης παραγράφου ως εξής «η συμπεριφορά των δημοσίων υπαλλήλων πρέπει πάντοτε να είναι σύμφωνη με τα υψηλότερα δυνατά πρότυπα εντιμότητας, αμεροληψίας κ.λπ.». Το δίκτυο πρότεινε επίσης να αναφέρεται ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι πρέπει να «αποφεύγουν» συνθήκες σύγκρουσης συμφερόντων, και όχι μόνο να «φροντίζουν» να τις αποφεύγουν.

Η Access Info Europe χαρακτήρισε τις διατάξεις θετικές και σημαντικές, αλλά εξαιρετικά ασαφείς. Συνέστησε να προστεθεί στις αρχές μια περιγραφή ή αναφορά ενός συγκεκριμένου μηχανισμού μέσω του οποίου οι δημόσιοι υπάλληλοι της ΕΕ πρέπει γνωστοποιούν συγκρούσεις συμφερόντων. Συνέστησε επίσης να οριστεί μια «περίοδος ανάπαυλας» τουλάχιστον 18 μηνών μετά τη αποχώρηση ενός υπαλλήλου από μια υπηρεσία προτού συμμετάσχει σε δραστηριότητες που μπορεί να συνιστούν σύγκρουση συμφερόντων ή προτού μεταβεί από τον δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα.

Η SEAP συνέστησε να ενισχυθεί η διατύπωση της αρχής προσθέτοντας ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι πρέπει να αποκαλύπτουν συγκρούσεις συμφερόντων όταν συμβαίνουν και πρέπει να αναλαμβάνουν ταχεία δράση για την επίλυσή τους. Η SEAP πρότεινε επίσης να καθοριστεί διάστημα ενός έτους μεταξύ της αποχώρησης ενός υπαλλήλου από μια υπηρεσία δημόσιας διοίκησης και την ανάληψη μισθωτής δραστηριότητας που μπορεί να συνεπάγεται σύγκρουση συμφερόντων ή την εμφάνιση σύγκρουσης αυτού του είδους.

Η ALTER-EU υποστήριξε θερμά αυτήν την αρχή και πρότεινε να προστεθεί μια επιπλέον παράγραφος στην οποία να αναφέρεται ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι πρέπει να αποφεύγουν για αρκετά έτη μετά την αποχώρησή τους από μια υπηρεσία δημόσιας διοίκησης να αναλαμβάνουν θέσεις εργασίας που δημιουργούν συνθήκες σύγκρουσης συμφερόντων και σε καμία περίπτωση να μην ξεκινούν διαπραγματεύσεις για αυτές τις θέσεις εργασίας όσο κατέχουν ακόμη δημόσιο αξίωμα.

Η επιτροπή Ευρωπαϊκής Ένωσης της Βουλής των Λόρδων (Ηνωμένο Βασίλειο) πρότεινε να προστεθεί η αναφορά ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι δεν πρέπει να κάνουν κατάχρηση πληροφοριών ούτε να αποδέχονται δώρα.

Η τέταρτη παράγραφος[11]

Η κεντρική επιτροπή προσωπικού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής θεώρησε ότι είναι σκανδαλώδες να αναφέρεται ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι επιζητούν να επωφεληθούν στον μέγιστο δυνατό βαθμό από τα δικαιώματά τους. Σύμφωνα με την εν λόγω επιτροπή, η διοίκηση θεωρεί είτε ότι ένας δημόσιος έχει ένα δικαίωμα είτε ότι ο δημόσιος υπάλληλος δεν έχει ένα δικαίωμα. Ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης προβλέπει την αντιμετώπιση περιπτώσεων απόπειρας απάτης και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ακολουθεί πολιτική μηδενικής ανοχής εδώ και πολλά έτη.

Η επιτροπή προσωπικού του Συμβουλίου πρότεινε να προστεθεί «ακρίβεια» (justesse) στη διατύπωση της τέταρτης παραγράφου, προκειμένου να καταστεί σαφές ότι δεν ζητείται από τους δημόσιους υπαλλήλους να κάνουν δώρα στα θεσμικά όργανα, αλλά να περιορίζουν τα αιτήματά τους για επιστροφές δαπανών μόνο σε αυτές που προκύπτουν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

Ένας μεμονωμένος πολίτης ανέφερε ότι, όπως την αντιλαμβάνεται, η τέταρτη παράγραφος αφορά μόνο έξοδα που προκύπτουν κατά τη διάρκεια επαγγελματικών ταξιδιών και ότι η λέξη «επιδόματα» θα μπορούσε να προκαλέσει σύγχυση, καθώς αφορά επίσης ορισμένες παροχές που περιλαμβάνονται στο γενικό σύνολο των αποδοχών, όπως το οικογενειακό επίδομα. Ως εκ τούτου, πρότεινε να χρησιμοποιηθεί στη συγκεκριμένη παράγραφο η λέξη «έξοδα».

Η άποψη του Διαμεσολαβητή

Ο Διαμεσολαβητής συμφωνεί ότι θα ήταν ενδεδειγμένο να ενισχυθεί η δεύτερη αρχή προσθέτοντας αναφορές που αφορούν:

- την αποδοχή δώρων (δεύτερη παράγραφος),

- την ετοιμότητα στη γνωστοποίηση ιδιωτικών συμφερόντων (δεύτερη παράγραφος),

- την ταχεία ανάληψη δράσης για την επίλυση συγκρούσεων συμφερόντων (τρίτη παράγραφος).

Ο Διαμεσολαβητής προτιμά να διατηρηθεί η διατύπωση ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι πρέπει να« φροντίζουν να αποφεύγουν» συνθήκες σύγκρουσης συμφερόντων, καθώς δηλώνει την ανάγκη να είναι προορατικοί και όχι απλώς να αντιδρούν σε καταστάσεις που ανακύπτουν.

Ο Διαμεσολαβητής κατανοεί τις ανησυχίες των συνεισφερόντων που υπογράμμισαν το θέμα της μετάβασης από τον δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα και ζήτησαν να θεσπιστεί υποχρεωτική περίοδος «ανάπαυλας». Ο Διαμεσολαβητής συμφωνεί επίσης ότι το ερώτημα του τι επιτρέπεται να κάνουν οι δημόσιοι υπάλληλοι μετά την αποχώρησή τους από μια υπηρεσία δημόσιας διοίκησης είναι μόνο ένα μέρος του ζητήματος. Εξίσου σημαντικό, αν όχι σημαντικότερο, είναι να αποφεύγεται ο κίνδυνος η συμπεριφορά τους, όσο βρίσκονται στη δημόσια διοίκηση, να επηρεαστεί, ή να φαίνεται ότι επηρεάζεται, από την ενδεχόμενη μελλοντική απασχόλησή τους εκτός του τομέα δημόσιας διοίκησης. Ωστόσο, ο Διαμεσολαβητής δεν θεωρεί ότι μια δήλωση υψηλού επιπέδου, όπως οι αρχές της δημόσιας διοίκησης, αποτελεί το κατάλληλο μέσο λεπτομερούς ρύθμισης αυτών των ζητημάτων.

Όσον αφορά την πρόταση να προστεθεί η φράση ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι «δεν πρέπει να κάνουν κατάχρηση πληροφοριών», ο Διαμεσολαβητής θεωρεί ότι το θέμα αυτό καλύπτεται επαρκώς από την προσθήκη στην πρώτη αρχή (αφοσίωση) ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι πρέπει να προσπαθούν να πληρούν ανά πάσα στιγμή τα υψηλότερα δυνατά επαγγελματικά πρότυπα.

Όσον αφορά την τέταρτη παράγραφο, η οποία κάνει λόγο για «επιδόματα», πρόθεση του Διαμεσολαβητή ήταν να αναφερθεί σε δαπάνες, παροχές και επιδόματα.

Ο Διαμεσολαβητής συμφωνεί ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι δεν αναμένεται να κάνουν δώρα στα θεσμικά όργανα και ότι, σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες, έχουν πλήρες δικαίωμα να ζητούν να τους επιστρέφονται οι δαπάνες με τις οποίες επιβαρύνονται κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

Εντούτοις, τον Διαμεσολαβητή δεν τον έπεισε το επιχείρημα ότι ένα δικαίωμα είτε υφίσταται είτε δεν υφίσταται. Οι κανόνες που διέπουν τις παροχές, τα επιδόματα και τις δαπάνες είναι σύνθετοι, η έννοια τους δεν είναι πάντα ξεκάθαρη και η ερμηνεία και εφαρμογή τους μπορεί ενίοτε να οδηγήσει σε απροσδόκητα και ακούσια αποτελέσματα.

Ο Διαμεσολαβητής έχει προσπαθήσει επανειλημμένα να πείσει τις διοικήσεις των θεσμικών οργάνων της ΕΕ να ακολουθούν την κοινή λογική και να καθοδηγούνται από την αρχή της δικαιοσύνης κατά την ερμηνεία και την εφαρμογή οικονομικών κανόνων σε συγκεκριμένες περιπτώσεις. Ο Διαμεσολαβητής εξακολουθεί να θεωρεί ότι κατά την αξίωση είσπραξης παροχών, επιδομάτων και δαπανών από τη διοίκηση, οι δημόσιοι υπάλληλοι πρέπει ομοίως να υιοθετούν εύλογη και όχι μαξιμαλιστική προσέγγιση.

Εντούτοις, ο Διαμεσολαβητής δέχεται ότι η διατύπωση της τέταρτης παραγράφου θα μπορούσε να δημιουργήσει την εντύπωση ότι το σημείο αυτό έχει ως αντικείμενο την απάτη, κάτι που δεν ισχύει.

Επιπλέον, ο Διαμεσολαβητής θεωρεί, σε τελική ανάλυση, ότι δεν είναι αρμόζον να επικεντρωθεί μια δήλωση αρχών υψηλού επιπέδου στον συγκεκριμένο τομέα των παροχών, επιδομάτων και δαπανών και ότι, εάν το πράξει, θα δημιουργήσει την εντύπωση ότι ο Διαμεσολαβητής πιστεύει ότι υφίσταται ευρέως διαδεδομένο πρόβλημα στον συγκεκριμένο τομέα, κάτι που επίσης δεν ισχύει.

Ως εκ τούτου, η τέταρτη παράγραφος θα διαγραφεί και η φράση ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι πρέπει να δρουν με γνώμονα «τι είναι ορθό» θα προστεθεί στην πρώτη παράγραφο.

3.2.4 Τρίτη αρχή - Αντικειμενικότητα

Το EU Agencies Network πρότεινε η αρχή της αντικειμενικότητας να αναφέρει συγκεκριμένα την αμεροληψία και την απαγόρευση των διακρίσεων. Η επιτροπή Ευρωπαϊκής Ένωσης της Βουλής των Λόρδων πρότεινε επίσης να αναφέρεται ρητά ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι δεν πρέπει να κάνουν διακρίσεις, ενώ η γερμανική ένωση ασφαλιστικών εταιρειών και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων συνέστησαν να προστεθεί συγκεκριμένη αναφορά στην αμεροληψία.

Η Cleary, Gottlieb, Steen & Hamilton LLP επικεντρώθηκε συγκεκριμένα στη ΓΔ Ανταγωνισμού της Επιτροπής. Σύμφωνα με τα σχόλιά της, η αντικειμενικότητα προϋποθέτει επαρκή εμπειρία και κατάρτιση. Η εταιρεία επισήμανε επίσης τους κινδύνους της «μεροληψίας της επιβεβαίωσης» (δηλαδή, της τάσης να δίνεται μεγαλύτερη βαρύτητα σε επιχειρήματα και στοιχεία που υποστηρίζουν απόψεις που έχουν ήδη γίνει προσωρινά αποδεκτές και να ελαχιστοποιείται ή να παραβλέπεται η σημασία επιχειρημάτων και στοιχείων που δεν φαίνεται να συνάδουν με αυτές τις απόψεις).

Η ALTER-EU επέστησε την προσοχή στους κινδύνους της «κανονιστικής άλωσης» (δηλαδή, να ενεργεί μια κανονιστική αρχή προς όφελος αυτών που υποτίθεται ότι πρέπει να ρυθμίζει και όχι υπέρ του δημόσιου συμφέροντος) και της προνομιακής πρόσβασης στη λήψη αποφάσεων. Πρότεινε να αναφέρεται η προορατική διαβούλευση επί ποικίλων απόψεων και συμφερόντων, καθώς και η ενεργή προάσπιση ζητημάτων δημόσιου συμφέροντος έναντι των ομάδων άσκησης πίεσης.

Η Access Info Europe εξέφρασε επίσης την επιθυμία να προστεθεί ένα στοιχείο προορατικότητας αναφέροντας ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι πρέπει να αναζητούν ενεργά διαφορετικές απόψεις και να ενθαρρύνουν σθεναρά τη συμμετοχή των πολιτών στη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Αυτή η οργάνωση ζήτησε επίσης να επεκταθεί η τρίτη παράγραφος ώστε να αναφέρεται ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι δεν πρέπει να επιτρέπουν προσωπικές συμπάθειες, αντιπάθειες ή δεσμούς τους με ένα συγκεκριμένο πρόσωπο, ένωση ή εταιρεία, πολιτικό κόμμα ή κυβέρνηση να επηρεάζουν την επαγγελματική τους συμπεριφορά.

Η άποψη του Διαμεσολαβητή

Ο Διαμεσολαβητής συμφωνεί ότι θα ήταν σκόπιμο να ενισχυθεί η τρίτη αρχή προσθέτοντας αναφορές που αφορούν την:

- αμεροληψία (πρώτη παράγραφος)

- απαγόρευση των διακρίσεων (τρίτη παράγραφος).

Όσον αφορά την απαγόρευση των διακρίσεων, ο Διαμεσολαβητής πρόκειται να τονίσει στην επεξηγηματική εισαγωγή στις αρχές της δημόσιας διοίκησης ότι, σύμφωνα με την πάγια νομολογία, η αρχή της ίσης μεταχείρισης ή της απαγόρευσης των διακρίσεων έχει δύο σκέλη:

(i) συγκρίσιμες καταστάσεις δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται με διαφορετικό τρόπο και

(ii) διαφορετικές καταστάσεις δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο,

εκτός εάν, στη μία ή την άλλη περίπτωση, αυτή η αντιμετώπιση δικαιολογείται αντικειμενικά.

Το δεύτερο στοιχείο, το οποίο είναι ιδιαίτερης σημασίας σε διοικητικό πλαίσιο, τείνει συχνά να παραβλέπεται. Πράγματι, η εμπειρία του Διαμεσολαβητή περιλαμβάνει πολλές περιπτώσεις όπου δημόσιοι υπάλληλοι φαίνεται να θεωρούν ότι η αρχή της ισότητας τους υποχρεώνει να αντιμετωπίζουν όλους τους πολίτες με τον ίδιο τρόπο και να παραβλέπουν διαφορές στην εκάστοτε κατάσταση.

Όσον αφορά την πρόταση να προστεθεί ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι δεν πρέπει να επιτρέπουν «δεσμούς» με μια συγκεκριμένη ένωση ή εταιρεία, πολιτικό κόμμα ή κυβέρνηση να επηρεάζουν την επαγγελματική συμπεριφορά τους, ο Διαμεσολαβητής κατανοεί τον επιδιωκόμενο στόχο της. Ωστόσο, η διατύπωση που προτείνεται θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι υπονοεί ότι είναι αποδεκτό οι δημόσιοι υπάλληλοι να έχουν, καταρχάς, δεσμούς αυτού του είδους, κάτι που δεν ισχύει κατά κανόνα.

Η σημασία της κατάρτισης σε θέματα δεοντολογίας έχει ήδη επισημανθεί (βλ. παραπάνω την ενότητα με τίτλο «Σχέση με τους υφιστάμενους κανόνες, κώδικες και διαδικασίες»). Ο Διαμεσολαβητής συμφωνεί ότι η κατάλληλη αρχική κατάρτιση και επιμόρφωση κατά τη διάρκεια της εργασίας θα μπορούσε επίσης να συμβάλει στη μείωση των κινδύνων της «κανονιστικής άλωσης» και της «μεροληψίας της επιβεβαίωσης».

Ο Διαμεσολαβητής συμφωνεί επίσης σχετικά με τη σημασία της υιοθέτησης μιας προορατικής προσέγγισης όσον αφορά τις διαβουλεύσεις και τη συμμετοχή των πολιτών. Πράγματι, όπως τροποποιήθηκε από στη Συνθήκη της Λισαβόνας, η Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση απαιτεί από όλα τα θεσμικά όργανα να διατηρούν ανοιχτό, διαφανή και τακτικό διάλογο με τις αντιπροσωπευτικές ενώσεις και την κοινωνία των πολιτών. Προκειμένου να εξασφαλίζεται η συνοχή και η διαφάνεια των δράσεων της Ένωσης, η Επιτροπή συγκεκριμένα πρέπει να διεξάγει ευρείες διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη[12].

Ωστόσο, κατά την άποψη του Διαμεσολαβητή, αυτά τα σημεία που αφορούν την κατάρτιση και την προορατικότητα δεν απαιτούν αλλαγές στο σχέδιο κειμένου των αρχών της δημόσιας διοίκησης, καθώς αναφέρονται σε αρμοδιότητες των θεσμικών οργάνων και όχι του κάθε δημοσίου υπαλλήλου ξεχωριστά.

3.2.5 Τέταρτη αρχή – Σεβασμός προς τους άλλους

Και το δίκτυο Euclid και η επιτροπή Ευρωπαϊκής Ένωσης της Βουλής των Λόρδων πρότειναν να αναφέρεται ως πτυχή της συγκεκριμένης αρχής ο έγκαιρος χαρακτήρας των ενεργειών των δημόσιων υπαλλήλων. Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Καταναλωτών (BEUC) υπέβαλε παρόμοια πρόταση, ζητώντας να αναφέρεται ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι πρέπει να απαντούν σε επιστολές και αιτήσεις των πολιτών «σε εύλογο χρονικό διάστημα».

Το EU Agencies Network πρότεινε να αναφέρεται η πολυμορφία, προκειμένου να αναγνωρίζεται η πολιτιστική διάσταση του σεβασμού προς τους άλλους.

Η Access Info Europe συνέστησε να προστεθεί στην πέμπτη αρχή (διαφάνεια) η έγκαιρη αντίδραση των δημόσιων υπαλλήλων στις αιτήσεις, τα ερωτήματα και τις καταγγελίες των πολιτών. Η SEAP υπέβαλε παρόμοια πρόταση.

Η υπηρεσία καταπολέμησης της απάτης της Καταλονίας πρότεινε να προστεθεί μια παράγραφος στην πέμπτη αρχή (διαφάνεια) η οποία να αναφέρει ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι πρέπει να εκφράζονται κατά τρόπο που διευκολύνει την κατανόηση των πολιτών.

Η άποψη του Διαμεσολαβητή

Ο Διαμεσολαβητής επικροτεί την πολύτιμη πρόταση πολλών συνεισφερόντων να αναφέρεται στις αρχές της δημόσιας διοίκησης η έγκαιρη απόκριση των δημόσιων υπαλλήλων.

Ο Διαμεσολαβητής συμφωνεί ότι η έγκαιρη απόκριση είναι ιδιαίτερα σημαντική σε σχέση με τη διαφάνεια. Πράγματι, πολλές καταγγελίες που υποβάλλονται στον Διαμεσολαβητή αφορούν αδικαιολόγητη καθυστέρηση εξέτασης αιτήσεων για πρόσβαση σε έγγραφα. Εντούτοις, ο Διαμεσολαβητής εκφράζει την πεποίθηση ότι, ως γενική ατομική ευθύνη, η έγκαιρη απόκριση ανήκει εννοιολογικά στην αρχή του σεβασμού προς τους άλλους. Ως εκ τούτου, θα προστεθεί η φράση «να ενεργούν εγκαίρως» στην πρώτη παράγραφο της συγκεκριμένης αρχής, η οποία διαμορφώνεται ως εξής: «Οι δημόσιοι υπάλληλοι πρέπει να συμπεριφέρονται επιδεικνύοντας σεβασμό προς τους συναδέλφους τους και προς τους πολίτες. Πρέπει να είναι ευγενικοί, εξυπηρετικοί, να ενεργούν εγκαίρως και να διακρίνονται από πνεύμα συνεργασίας».

Ο Διαμεσολαβητής επικροτεί επίσης τη χρήσιμη πρόταση της υπηρεσίας καταπολέμησης της απάτης της Καταλονίας να γίνει σαφές στις αρχές της δημόσιας διοίκησης ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι πρέπει να εκφράζονται κατά τρόπο που διευκολύνει την κατανόηση από τους πολίτες. Ο Διαμεσολαβητής συμφωνεί ότι αυτή η ευθύνη θα μπορούσε να συμπεριληφθεί στην αρχή της διαφάνειας. Ωστόσο, εννοιολογικά, συνιστά επίσης μέρος της αρχής του σεβασμού προς τους άλλους, ιδίως εάν συνδυαστεί με την απαίτηση να προσπαθούν οι δημόσιοι υπάλληλοι να κατανοούν τι τους λένε οι άλλοι. Με αυτήν την προσθήκη, πράγματι, εκφράζει την ιδέα του διαλόγου. Συνεπώς, ο Διαμεσολαβητής θα προσθέσει μια δεύτερη παράγραφο στην αρχή του σεβασμού προς τους άλλους: «Πρέπει να καταβάλλουν πραγματικές προσπάθειες να κατανοούν τι τους λένε οι άλλοι και να εκφράζονται με σαφήνεια, χρησιμοποιώντας απλή γλώσσα».

Ο Διαμεσολαβητής συμφωνεί ότι η αναγνώριση της πολιτιστικής πολυμορφίας αποτελεί σημαντική πτυχή της αρχής του σεβασμού προς τους άλλους. Πράγματι, το έμβλημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι «ενωμένη στην πολυμορφία».[13] Ωστόσο, η έννοια του σεβασμού προς την πολυμορφία είναι σύνθετη και απαιτεί διευκρινίσεις. Ως εκ τούτου, ο Διαμεσολαβητής θεωρεί ότι είναι προτιμότερο να συμπεριληφθεί στην επεξηγηματική εισαγωγή στις αρχές.

3.2.6 Πέμπτη αρχή - Διαφάνεια

Το Ελεγκτικό Συνέδριο πρότεινε να διευκρινιστεί ότι η συγκεκριμένη αρχή ισχύει με την επιφύλαξη του επαγγελματικού απόρρητου και του δικαιώματος προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

Το δίκτυο Euclid πρότεινε να προστεθεί η εξής παράγραφος: «προκειμένου να είναι υπόλογοι στους πολίτες, οι δημόσιοι υπάλληλοι πρέπει να είναι πιο προσπελάσιμοι και να προωθούν ένα σύστημα παρακολούθησης των επιδόσεων και των αποτελεσμάτων τους».

Το ALTER-EU πρότεινε επίσης να προστεθεί μια νέα παράγραφος η οποία θα αναφέρει ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι πρέπει να ενημερώνουν για το «νομοθετικό αποτύπωμα» μιας πρότασης, ώστε το κοινό να κατανοεί ποιος προσπάθησε να επηρεάσει τη νομοθεσία, ποιες συγκεκριμένες πληροφορίες έκριναν οι δημόσιοι υπάλληλοι ότι είναι χρήσιμες (ή όχι) και για ποιον λόγο.

Όπως επισημάνθηκε παραπάνω, η πρόταση της Access Info Europe να προστεθεί στη συγκεκριμένη αρχή η έννοια της έγκαιρης απόκρισης συμπεριλήφθηκε τελικά στην τέταρτη αρχή (σεβασμός προς τους άλλους).

Η ίδια οργάνωση πρότεινε επίσης να προστεθεί η προορατικότητα, και να αναφέρεται ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι πρέπει να δημοσιεύουν σε πνεύμα προορατικότητας όσο το δυνατόν περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τα καθήκοντα, τις ευθύνες και τις δραστηριότητές τους, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με τις δαπάνες και τις συσκέψεις τους, τόσο τις εσωτερικές όσο και τις εξωτερικές.

Η άποψη του Διαμεσολαβητή

Όπως αναφέρθηκε παραπάνω στο πλαίσιο της εξέτασης των σχολίων για την πρώτη αρχή (αφοσίωση), η πρόταση που υπέβαλε η υπηρεσία καταπολέμησης της απάτης της Καταλονίας και η επιτροπή Ευρωπαϊκής Ένωσης της Βουλής των Λόρδων (Ηνωμένο Βασίλειο) να αναφέρεται η τήρηση επαρκών αρχείων θα συμπεριληφθεί ως πτυχή της διαφάνειας. Ως εκ τούτου, η δεύτερη παράγραφος της αρχής θα διαμορφωθεί ως εξής: «Πρέπει να τηρούν κατάλληλα αρχεία και να αποδέχονται να ελέγχεται η συμπεριφορά τους και, μεταξύ άλλων, η συμμόρφωσή τους προς αυτές[14] τις αρχές που πρέπει να τους καθοδηγούν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους».

Η πρόταση του Ελεγκτικού Συνεδρίου να διευκρινιστεί ότι η αρχή της διαφάνειας ισχύει «με την επιφύλαξη του επαγγελματικού απόρρητου» είναι παρόμοια με την πρόταση που υπέβαλε η επιτροπή Ευρωπαϊκής Ένωσης της Βουλής των Λόρδων σε σχέση με τη δεύτερη αρχή (ακεραιότητα), ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι «δεν πρέπει να κάνουν κατάχρηση πληροφοριών». Κατά την άποψη του Διαμεσολαβητή, η συγκεκριμένη πτυχή καλύπτεται επαρκώς από τη φράση που προστέθηκε στην πρώτη αρχή (αφοσίωση) ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι πρέπει να καταβάλλουν προσπάθειες να πληρούν ανά πάσα στιγμή τα υψηλότερα δυνατά επαγγελματικά πρότυπα.

Η προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως το δικαίωμα πρόσβασης σε έγγραφα, περιλαμβάνεται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης[15]. Ο Διαμεσολαβητής δεν θεωρεί ότι θα ήταν σκόπιμο οι αρχές της δημόσιας διοίκησης να αναφέρουν συγκεκριμένα κάποιο από αυτά τα δύο δικαιώματα. Στο πλαίσιο αυτό, είναι χρήσιμο να επισημανθεί ότι, ως αρχή της δημόσιας διοίκησης, η διαφάνεια δεν απορρέει από το ατομικό δικαίωμα της πρόσβασης στα έγγραφα. Αντ’ αυτού, αποτελεί προϋπόθεση χρηστής διακυβέρνησης και λογοδοσίας.

Όσον αφορά τις προτάσεις να συμπεριληφθούν η προορατικότητα και η λογοδοσία, έχει ήδη διευκρινιστεί ότι οι αρχές της δημόσιας διοίκησης αποφεύγουν αυτές τις λέξεις λόγω ενδεχόμενων δυσκολιών μετάφρασής τους σε άλλες γλώσσες.

Οι προτάσεις να αναφέρεται η προσβασιμότητα, η προώθηση ενός συστήματος παρακολούθησης των επιδόσεων και των αποτελεσμάτων και τα «νομοθετικά αποτυπώματα» εγείρουν σημαντικά ζητήματα. Εντούτοις, ο Διαμεσολαβητής θεωρεί ότι σχετίζονται με τις αρμοδιότητες των θεσμικών οργάνων και των ανώτερων δημόσιων υπαλλήλων, και ότι δεν αποτελούν ζητήματα που αφορούν όλους τους δημόσιους υπαλλήλους. Για τον λόγο αυτόν, ο Διαμεσολαβητής δεν θεωρεί σκόπιμο να συμπεριληφθούν στις αρχές που διέπουν τη δημόσια διοίκηση.

4. Συμπέρασμα

Η παρούσα έκθεση θα μεταφραστεί σε όλες τις επίσημες γλώσσες και θα δημοσιευθεί στον ιστότοπο του Διαμεσολαβητή. Η αγγλική έκδοση θα αναρτηθεί άμεσα στον ιστότοπο, ενώ οι υπόλοιπες γλωσσικές εκδόσεις θα αναρτηθούν μόλις ολοκληρωθούν οι μεταφράσεις τους.

Ο Διαμεσολαβητής σκοπεύει να δημοσιεύσει την τελική έκδοση του κειμένου των αρχών, μαζί με σχετική επεξηγηματική εισαγωγή, σε όλες τις γλώσσες, στις αρχές του 2012.



[1] Πλην όμως, παρά την εποικοδομητική πρόθεση της δήλωσης, η διατύπωσή της ενδέχεται να εγείρει έντονες αμφιβολίες ακόμα και ως προς την ακεραιότητα της δημόσιας διοίκησης της ΕΕ, αντί να ενισχύει την εμπιστοσύνη των πολιτών σε αυτήν.

Συγκεκριμένα, κάθε πρόταση περιέχει σχεδόν συστηματικά τη λέξη «should», η οποία συνυποδηλώνει έντονα κατηγορία. Η χρήση του υποθετικού ρηματικού τύπου δημιουργεί την εντύπωση ότι η ευρωπαϊκή δημόσια διοίκηση αποτελεί χείριστο παράδειγμα δημόσιας διοίκησης, κάτι που προφανώς δεν ισχύει. Για τον λόγο αυτόν, θεωρούμε ότι η διατύπωση θα μπορούσε να βελτιωθεί σημαντικά με τη διαγραφή του ρήματος «should» και τη χρήση σε ολόκληρο το κείμενο οριστικής ενεστώτα. (Μετάφραση των υπηρεσιών του Διαμεσολαβητή)

[2] Η ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων 2010 της ΓΔ Ανταγωνισμού (http://ec.europa.eu/atwork/synthesis/aar/doc/comp_aar.pdf) αναφέρει τον συγκεκριμένο κώδικα. Βλ. συγκεκριμένα τη σελίδα 20.

[3] Η Επιτροπή εξηγεί ότι η εκτίμηση επιπτώσεων είναι μια διαδικασία που συγκεντρώνει στοιχεία για τους φορείς λήψης πολιτικών αποφάσεων σχετικά με τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των ενδεχόμενων επιλογών πολιτικής αξιολογώντας τις πιθανές επιπτώσεις τους: http://ec.europa.eu/governance/impact/index_en.htm.

[4] Επίσημα, κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης και καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Επιτροπή έχει δημοσιεύσει ενοποιημένη έκδοση στη δικτυακή πύλη Europa: http://ec.europa.eu/civil_service/docs/toc100_en.pdf.

[5] «Υπάλληλος ο οποίος, λόγω των εξαιρετικών προσόντων του και παρά την ύπαρξη άλλων επαγγελματικών απασχολήσεών του, προσλαμβάνεται για να συνδράμει στο έργο ενός από τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης είτε κατά τακτικές είτε σε συγκεκριμένες χρονικές περιόδους και αμείβεται από τις συνολικές πιστώσεις που ανοίγονται για το σκοπό αυτό στο τμήμα του προϋπολογισμού που αναφέρεται στο όργανο στο οποίο ανήκει». (Άρθρο 5 του καθεστώτος που εφαρμόζεται στα λοιπά μέλη προσωπικού της Ένωσης).

[6] A/RES/51/59 της 28ης Ιανουαρίου 1997.

[7] Το δίκτυο Euclid πρότεινε αυτήν τη διατύπωση ως προσθήκη στην αρχή 1 («αφοσίωση»). Ωστόσο, κρίνεται σκόπιμο να εξεταστεί εδώ.

[8] Βλ. άρθρο 22α.

[9] «Η συμπεριφορά των δημοσίων υπαλλήλων πρέπει πάντοτε, όταν ασκείται δημόσιος έλεγχος, να κρίνεται άμεμπτη».

[10] «Οι δημόσιοι υπάλληλοι οφείλουν να εκτελούν τα καθήκοντά τους όσο καλύτερα μπορούν και να αποτελούν παράδειγμα προς μίμηση για τους άλλους».

[11] «Κατά την αξίωση είσπραξης δαπανών και επιδομάτων, οι δημόσιοι υπάλληλοι πρέπει να δρουν με γνώμονα τι είναι ορθό και να μην επιζητούν τη μεγιστοποίηση του οφέλους για τους ίδιους».

[12] Βλ. άρθρο 11, παράγραφοι 2 και 3.

[13] http://europa.eu/abc/symbols/motto/index_el.htm

[14] Προστέθηκε επίσης η λέξη «αυτές» για λόγους σαφήνειας.

[15] Βλ. τα άρθρα 8 και 42 του Χάρτη, καθώς και το άρθρο 15, παράγραφος 3, και το άρθρο 16 της ΣΛΕΕ.