Θέλετε να υποβάλετε αναφορά κατά ενός θεσμικού οργάνου ή οργανισμού της ΕΕ;

Αναζήτηση ερευνών

Υπόθεση
Xρονικό διάστημα
Λέξεις.κλειδιά
Ή δοκιμάστε παλιές λέξεις-κλειδιά (Πριν από το 2016)

Προβολή 1 - 20 από 101 αποτελέσματα

Απόφαση σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαχειρίζεται τη μεταπήδηση στον ιδιωτικό τομέα των μελών του προσωπικού της (OI/1/2021/KR)

Τρίτη | 06 Δεκεμβρίου 2022

Δεδομένου ότι στην ΕΕ ανατίθενται όλο και περισσότερες εξουσίες σε τομείς από την άμυνα έως την υγειονομική περίθαλψη, η εμπιστοσύνη του κοινού στη διοίκηση είναι ζωτικής σημασίας. Επομένως, κάθε τυχόν αντίληψη ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι επιδιώκουν ιδιωτικά συμφέροντα που έρχονται σε σύγκρουση με το δημόσιο έργο τους είναι εξαιρετικά επιζήμια. Η Ευρωπαία Διαμεσολαβήτρια έχει αναγνωρίσει εδώ και καιρό το φαινόμενο της μεταπήδησης προς ή από τον δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα ως ένα φαινόμενο που μπορεί να βλάψει την εμπιστοσύνη του κοινού, εάν η διαχείρισή του δεν είναι η κατάλληλη. Ακόμη και ένας μικρός αριθμός κινήσεων υψηλής προβολής μπορεί να προκαλέσει σημαντική ανησυχία στο κοινό και να προκαλέσει βλάβη για τη φήμη και την υπόληψη της ΕΕ. Στο πλαίσιο αυτής της στρατηγικής έρευνας εξετάστηκαν 100 υποθέσεις «μεταπήδησης στον ιδιωτικό τομέα» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με σκοπό τον εντοπισμό τομέων που επιδέχονται βελτίωση, καθώς και την καθοδήγηση της υπόλοιπης διοίκησης της ΕΕ για το μέλλον.

Η Ευρωπαία Διαμεσολαβήτρια διαπίστωσε πραγματικές βελτιώσεις σε σχέση με την τελευταία φορά που είχε εξετάσει το ζήτημα, μεταξύ άλλων την καθοδήγηση σχετικά με τον τρόπο διενέργειας αυστηρότερων εξετάσεων για κάθε τέτοια μεταπήδηση.

Ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις, η Επιτροπή ενέκρινε αιτήματα πρώην ανώτερων υπαλλήλων για την ανάληψη δραστηριοτήτων, παρά τις επιφυλάξεις ως προς το κατά πόσον οι όροι που επιβάλλονται στις μεταπηδήσεις θα μετριάσουν τους δυνητικούς κινδύνους (όπως συγκρούσεις συμφερόντων και πρόσβαση σε γνώσεις ή επαφές εντός της διοίκησης). Η Ευρωπαία Διαμεσολαβήτρια πιστεύει ότι τέτοιες μεταπηδήσεις θα πρέπει να εγκρίνονται μόνον όταν η δραστηριότητα μπορεί να υπόκειται σε περιορισμούς που μετριάζουν επαρκώς τους κινδύνους και μπορούν να παρακολουθούνται και να επιβάλλονται αξιόπιστα.

Όταν οι εν λόγω περιορισμοί και η επιβολή τους δεν είναι εφικτοί, η Επιτροπή θα πρέπει να απαγορεύει προσωρινά σε πρώην μέλη του προσωπικού της να αναλάβουν τις εν λόγω θέσεις εργασίας. Διαφορετικά, υπάρχει κίνδυνος να υποτιμηθούν οι διαβρωτικές επιπτώσεις που ενδεχομένως θα έχει με την πάροδο του χρόνου η διάχυση των γνώσεων και των δικτύων των εν λόγω υπαλλήλων σε συναφείς τομείς του ιδιωτικού τομέα, καθώς και η σχετική βλάβη για τη φήμη και την υπόληψη της ΕΕ.

Κατά την έγκριση μιας δραστηριότητας με μέτρα μετριασμού, η Επιτροπή θα πρέπει να διερευνά το πλήρες φάσμα των διαθέσιμων μέτρων. Για παράδειγμα, η Επιτροπή θα μπορούσε να εγκρίνει μια νέα θέση εργασίας υπό την προϋπόθεση ότι ο ενδιαφερόμενος υπάλληλος θα λάβει τη δέσμευση από τον νέο εργοδότη ότι οι περιορισμοί που επιβάλλει η Επιτροπή θα δημοσιοποιηθούν στον ιστότοπο του νέου εργοδότη. Κατ’ ελάχιστον, η Επιτροπή θα πρέπει να απαιτεί από τον (πρώην) υπάλληλο να υποβάλει αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με κοινοποίηση των επιβαλλόμενων περιορισμών στον νέο εργοδότη.

Οι δυσκολίες που αντιμετώπισε η Επιτροπή κατά την παρακολούθηση της συμμόρφωσης οδήγησαν την Ευρωπαία Διαμεσολαβήτρια να επαναλάβει τη σύστασή της να δημοσιοποιεί πιο έγκαιρα η Επιτροπή πληροφορίες σχετικά με όλες τις κατόπιν υπηρεσίας δραστηριότητες των πρώην ανώτερων υπαλλήλων που αξιολογεί. Με τον τρόπο αυτό θα βελτιωθεί ο δημόσιος έλεγχος των αποφάσεων αυτών, ο οποίος είναι απαραίτητος για σκοπούς παρακολούθησης.

Απόφαση σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) χειρίζεται τις περιπτώσεις μεταπήδησης προς ή από τον δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα (OI/1/2022/KR)

Παρασκευή | 28 Οκτωβρίου 2022

Η Ευρωπαία Διαμεσολαβήτρια έχει αναγνωρίσει εδώ και καιρό τη μεταπήδηση δημόσιων λειτουργών στον ιδιωτικό τομέα ως ένα φαινόμενο που μπορεί να βλάψει την εμπιστοσύνη του κοινού, εάν η διαχείρισή του δεν είναι η δέουσα.

Η συγκεκριμένη αυτεπάγγελτη έρευνα είχε ως στόχο να εξετάσει τον τρόπο με τον οποίο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) χειρίζεται τις περιπτώσεις μεταπήδησης των μελών του προσωπικού της στον ιδιωτικό τομέα.

Δεδομένου του ρόλου της ΕΚΤ σχετικά με τη διασφάλιση της σταθερότητας των τιμών και της εποπτείας των χρηματοδοτικών και πιστωτικών ιδρυμάτων, κάθε μεταπήδηση (πρώην) μελών του προσωπικού της ΕΚΤ σε ιδιωτικά χρηματοδοτικά ή πιστωτικά ιδρύματα, ιδίως ιδρύματα που τελούν υπό την εποπτεία της ΕΚΤ, μπορεί να ενέχει κινδύνους σύγκρουσης συμφερόντων και κινδύνους βλάβης της φήμης και της υπόληψης, καθώς και να προκαλέσει τη δυσαρέσκεια του κοινού.

Η έρευνα της Ευρωπαίας Διαμεσολαβήτριας αξιολόγησε συγκεκριμένη περίπτωση, η οποία είχε προκαλέσει ανησυχία στο κοινό, ενώ επίσης επανεξέτασε 26 υποθέσεις αιτήσεων μελών του προσωπικού για ανάληψη επαγγελματικών δραστηριοτήτων, είτε κατά τη διάρκεια άδειας άνευ αποδοχών είτε μετά την περάτωση της εργασίας τους στην ΕΚΤ. Όλοι οι φάκελοι που επανεξετάστηκαν, πλην ενός, αφορούσαν μέλη του προσωπικού της ΕΚΤ που μεταπήδησαν στον ιδιωτικό τομέα, συμπεριλαμβανομένων οντοτήτων και τραπεζών υπό την εποπτεία της ΕΚΤ.

Η Ευρωπαία Διαμεσολαβήτρια κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ΕΚΤ θα πρέπει να εφαρμόσει μια πιο αυστηρή προσέγγιση σχετικά με τη μεταπήδηση (πρώην) βαθμολογικά μεσαίων και ανώτερων στελεχών του προσωπικού της σε θέσεις εργασίας στον ιδιωτικό τομέα, ιδίως δε στον χρηματοπιστωτικό τομέα.

Για την αντιμετώπιση των ελλείψεων που διαπιστώθηκαν στην ατομική περίπτωση και, γενικότερα, του τρόπου με τον οποίο η ΕΚΤ αντιμετωπίζει αυτήν την πρόκληση, η Ευρωπαία Διαμεσολαβήτρια διατύπωσε μια δέσμη προτάσεων για την ενίσχυση των κανόνων της ΕΚΤ, συμπεριλαμβανομένης της εν εξελίξει διαδικασίας αναθεώρησης του πλαισίου δεοντολογίας της ΕΚΤ.

Ειδικότερα, η ΕΚΤ θα πρέπει να διευρύνει το πεδίο εφαρμογής των κανόνων για τα μέλη του προσωπικού που υπόκεινται σε αυστηρότερες απαιτήσεις όσον αφορά τις υποχρεώσεις κοινοποίησης ή/και τις μεταβατικές περιόδους, ή να επιλέξει μια γενική ελάχιστη απαίτηση για όλα τα μέλη του προσωπικού αντίστοιχη των διατάξεων του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης της ΕΕ που διαλαμβάνουν σχετικά με τις επαγγελματικές δραστηριότητες μετά την αποχώρηση από την υπηρεσία.

Η ΕΚΤ θα πρέπει επίσης να παρατείνει, από τους έξι μήνες στο ένα έτος, την απαγόρευση συμμετοχής πρώην ανώτερων μελών του προσωπικού της ΕΚΤ σε ομάδες άσκησης πίεσης που εστιάζουν τη δράση τους σε πρώην συναδέλφους τους.

Η ΕΚΤ θα πρέπει επίσης να βελτιώσει την παρακολούθηση της συμμόρφωσης των (πρώην) μελών του προσωπικού της προς τις δεοντολογικές υποχρεώσεις και τους όρους που επιβάλλονται από την ΕΚΤ, για παράδειγμα δημοσιοποιώντας τους όρους υπό τους οποίους επιτρέπεται η ανάληψη επαγγελματικών δραστηριοτήτων από πρώην μέλη του προσωπικού μετά την αποχώρησή τους από την Τράπεζα, ώστε να είναι δυνατός ο εντοπισμός εικαζόμενων παραβάσεων.

Η Ευρωπαία Διαμεσολαβήτρια πρότεινε περαιτέρω ότι, σε περίπτωση που η ΕΚΤ θεωρεί ότι η αίτηση κάποιου μέλους του προσωπικού για ανάληψη επαγγελματικής δραστηριότητας κατά τη διάρκεια άδειας άνευ αποδοχών ενέχει κινδύνους που δεν είναι δυνατόν να μετριαστούν επαρκώς με την επιβολή περιορισμών ή ότι δεν είναι δυνατή η αποτελεσματική παρακολούθηση ή επιβολή των περιορισμών, δεν θα πρέπει να γίνεται δεκτή η σχετική αίτηση.

Decision on how the European Investment Bank (EIB) handled the move of a former Vice-President to an energy utility company that had received EIB loans (1016/2021/KR)

Τετάρτη | 27 Ιουλίου 2022

The case concerned the decision of the European Investment Bank to approve a request made by a former vice-president and member of its Management Committee (MC) (the ‘former VP’) to become a non-executive board member of a Spanish energy utility company, which received loans from the EIB.

The complainants, two Members of the European Parliament, raised concerns that the move gave rise to the risk of conflicts of interest. The EIB argued that the former VP had not been involved in the negotiation and implementation of the financing agreements between the EIB and the company.

The Ombudsman found that, in approving the move, the EIB did not properly manage the risk of conflicts of interest to which the former VP’s request arguably gave rise. However, given the EIB has, in the meantime, made improvements to the relevant ethics rules to address these matters, the Ombudsman determined that no further inquiries were justified.

Nonetheless, the Ombudsman made suggestions for improvement with a view to strengthening how the EIB assesses ‘revolving door’ moves by members of its MC to the private sector, and how it ensures compliance where its Ethics and Compliance Committee authorises a move but applies conditions on the individual and their activities.