Θέλετε να υποβάλετε αναφορά κατά ενός θεσμικού οργάνου ή οργανισμού της ΕΕ;

Αναζήτηση ερευνών

Προβολή 1 - 20 από 86 αποτελέσματα

Απόφαση σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή χειρίστηκε δύο καταγγελίες για παραβάσεις σχετικά με τους πολεοδομικούς νόμους για τα καταστήματα λιανικού εμπορίου στη Γερμανία (κοινές υποθέσεις 2238 και 2249/2021/MHZ)

Παρασκευή | 16 Δεκεμβρίου 2022

Οι ενδιαφερόμενες είναι δύο επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου, η IKEA και η Decathlon, οι οποίες ισχυρίζονται ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν χειρίστηκε δεόντως διαδικασίες επί παραβάσει κατά της Γερμανίας που αφορούσαν τους πολεοδομικούς νόμους για τα καταστήματα λιανικού εμπορίου. Οι ενδιαφερόμενες αμφισβήτησαν τη διάρκεια της διαδικασίας, δεδομένου ότι η αρχική καταγγελία για παράβαση υποβλήθηκε το 2008. Αμφισβήτησαν επίσης τις διαφορετικές εξηγήσεις που έδωσε η Επιτροπή για την καθυστέρηση.

Κατά τη διάρκεια της έρευνας, η Ευρωπαία Διαμεσολαβήτρια εξέδωσε πορίσματα απευθυνόμενα στην Επιτροπή, επισημαίνοντας ιδίως ότι δεν ήταν εύλογη η διάρκεια εξετάσεως (πάνω από δεκατρία έτη) των αρχικών διοικητικών σταδίων της διαδικασίας επί παραβάσει από την Επιτροπή. Πρότεινε στην Επιτροπή να λάβει την απόφασή της στο επόμενο στάδιο της διαδικασίας χωρίς περαιτέρω καθυστέρηση.

Στην απάντησή της στα πορίσματα της Ευρωπαίας Διαμεσολαβήτριας, η Επιτροπή επιχείρησε να παράσχει εξηγήσεις σχετικά με τους λόγους της χρονικής καθυστέρησης και επισήμανε ότι πρόθεσή της ήταν να λάβει τη σχετική απόφαση στις αρχές του 2023.

Η Ευρωπαία Διαμεσολαβήτρια συντάχθηκε με την άποψη ότι η χρονική καθυστέρηση ήταν αδικαιολόγητη. Η Ευρωπαία Διαμεσολαβήτρια περάτωσε την έρευνα, διαπιστώνοντας ότι υφίσταται κακοδιοίκηση. Θεώρησε ότι θα ήταν άσκοπο να διατυπώσει κάποια σύσταση, καθώς η Επιτροπή δεσμεύτηκε να λάβει τη σχετική απόφαση κατά τους προσεχείς μήνες. Η Επιτροπή θα πρέπει να ενημερώσει συναφώς την Ευρωπαία Διαμεσολαβήτρια έως τα τέλη Μαρτίου 2023.

Απόφαση σχετικά με την άρνηση του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης να παράσχει πλήρη πρόσβαση του κοινού σε νομική γνωμοδότηση σχετικά με την εμπορική συμφωνία της ΕΕ με το Ηνωμένο Βασίλειο (υπόθεση 717/2021/SF)

Παρασκευή | 17 Ιουνίου 2022

Η υπόθεση αφορούσε την άρνηση του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης να δημοσιοποιήσει πλήρως γνωμοδότηση της Νομικής Υπηρεσίας του σχετικά με τη φύση της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας που συνήφθη μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου και της ΕΕ. Το Συμβούλιο υποστήριξε ότι η πλήρης δημοσιοποίηση θα έβλαπτε τις διεθνείς σχέσεις της ΕΕ, τις νομικές συμβουλές και την εν εξελίξει διαδικασία λήψης αποφάσεων.

Η Ευρωπαία Διαμεσολαβήτρια διαπίστωσε ότι οι πληροφορίες που περιέχονται στη γνωμοδότηση δεν ήταν ευαίσθητες και ότι τα επιχειρήματα του Συμβουλίου δεν ήταν πειστικά. Η Ευρωπαία Διαμεσολαβήτρια πρότεινε ως λύση να παράσχει το Συμβούλιο την ευρύτερη δυνατή πρόσβαση στη γνωμοδότηση.

Το Συμβούλιο δεν δέχτηκε την προτεινόμενη λύση. Η Ευρωπαία Διαμεσολαβήτρια θεωρεί ότι η άρνηση του Συμβουλίου να παράσχει ευρεία πρόσβαση του κοινού στη γνωμοδότηση συνιστά κακοδιοίκηση και διατύπωσε αντίστοιχη σύσταση.

Το Συμβούλιο απέρριψε τη σύσταση της Ευρωπαίας Διαμεσολαβήτριας. Ως εκ τούτου, η Ευρωπαία Διαμεσολαβήτρια περάτωσε την υπόθεση διαπιστώνοντας κακοδιοίκηση.

Σύσταση σχετικά με την άρνηση του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης να επιτρέψει την πλήρη πρόσβαση του κοινού σε νομική γνωμοδότηση σχετικά με την εμπορική συμφωνία της ΕΕ με το Ηνωμένο Βασίλειο (υπόθεση 717/2021/DL)

Πέμπτη | 24 Φεβρουαρίου 2022

Ο ενδιαφερόμενος ζήτησε την πρόσβαση του κοινού σε γνωμοδότηση της νομικής υπηρεσίας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης η οποία αφορούσε τη νομική φύση της συμφωνίας εμπορίου και συνεργασίας που συνάφθηκε μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου και της ΕΕ.

Το Συμβούλιο παρείχε πολύ περιορισμένη πρόσβαση στη γνωμοδότηση, υποστηρίζοντας ότι η πλήρης δημοσιοποίησή της θα έβλαπτε τις διεθνείς σχέσεις, τις νομικές συμβουλές και την εν εξελίξει διαδικασία λήψης αποφάσεων.

Η Διαμεσολαβήτρια έκρινε ότι οι πληροφορίες που περιέχονταν στη γνωμοδότηση δεν ήταν ευαίσθητες. Διαπίστωσε ότι το Συμβούλιο δεν απέδειξε με ποιον τρόπο η δημοσιοποίησή τους θα έθιγε κατά τρόπο συγκεκριμένο και ουσιαστικό το δημόσιο συμφέρον στον τομέα των διεθνών σχέσεων. Διαπίστωσε, επίσης, ότι οι λόγοι για τους οποίους η δημοσιοποίηση των συγκεκριμένων πληροφοριών θα υπονόμευε την ικανότητα του Συμβουλίου να λαμβάνει ειλικρινείς, αντικειμενικές και πλήρεις συμβουλές, δεν ήταν σαφείς. Αντιθέτως, η Διαμεσολαβήτρια εξέφρασε την άποψη ότι η μεγαλύτερη διαφάνεια θα ενίσχυε τη νομιμότητα της συμφωνίας.

Η Διαμεσολαβήτρια πρότεινε ως λύση να παράσχει το Συμβούλιο την ευρύτερη δυνατή πρόσβαση στη γνωμοδότηση της νομικής υπηρεσίας του. Το Συμβούλιο δεν ακολούθησε την προτεινόμενη λύση.

Δεδομένου ότι το Συμβούλιο δεν αντέκρουσε ούτε εξέτασε τα επιχειρήματα της πρότασης της Διαμεσολαβήτριας για εξεύρεση λύσης, η Διαμεσολαβήτρια εξακολουθεί να εμμένει στην άποψή της. Θεωρεί ότι η άρνηση του Συμβουλίου να παράσχει ευρεία πρόσβαση του κοινού στη γνωμοδότηση συνιστά κακοδιοίκηση και διατύπωσε αντίστοιχη σύσταση για την αντιμετώπιση του ζητήματος.

Απόφαση σχετικά με την άρνηση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να παράσχει δημόσια πρόσβαση σε έγγραφα σχετικά με την «Ομάδα Φιλίας ΕΕ-Κίνας» (υπόθεση 1542/2021/SF)

Παρασκευή | 28 Ιανουαρίου 2022

Η υπόθεση αφορούσε αίτηση πρόσβασης σε τέσσερα έγγραφα που αφορούσαν την «Ομάδα Φιλίας ΕΕ-Κίνας», μια ανεπίσημη ομάδα βουλευτών του ΕΚ.

Ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου είχε ζητήσει από τη συμβουλευτική επιτροπή δεοντολογίας των βουλευτών να αξιολογήσει εάν ο πρόεδρος της ομάδας είχε συμμορφωθεί με την υποχρέωσή του να δηλώσει οποιαδήποτε υποστήριξη έλαβε σε σχέση με τη δραστηριότητα της ομάδας. Τα τέσσερα έγγραφα αποτελούσαν μέρος της διαδικασίας ενώπιον της εν λόγω επιτροπής.

Το Κοινοβούλιο αρνήθηκε να παράσχει πρόσβαση στα τέσσερα έγγραφα, επικαλούμενο ουσιαστικά το απόρρητο της διαδικασίας ενώπιον της συμβουλευτικής επιτροπής.

Η ομάδα έρευνας της Διαμεσολαβήτριας εξέτασε τα τέσσερα έγγραφα και συναντήθηκε με το αρμόδιο προσωπικό του Κοινοβουλίου για να λάβει περαιτέρω πληροφορίες σχετικά με την απόφασή του να αρνηθεί την πρόσβαση. Η Διαμεσολαβήτρια διαπίστωσε ότι η απόφαση του Κοινοβουλίου να αρνηθεί την πρόσβαση ήταν εύλογη, δεδομένης της σχετικής νομολογίας.

Η προοπτική δημοσιοποίησης εγγράφων, όπως τα επίμαχα στην παρούσα υπόθεση, θα ενείχε τον κίνδυνο να στερήσει από τη συμβουλευτική επιτροπή τις απαραίτητες πληροφορίες στο πλαίσιο των ερευνών της. Επιπλέον, η δημοσιοποίηση στη συγκεκριμένη περίπτωση θα είχε ως αποτέλεσμα να διατεθούν ελάχιστες ή καθόλου πρόσθετες ουσιαστικές πληροφορίες σχετικά με το θέμα. Ως εκ τούτου, η Διαμεσολαβήτρια περάτωσε την έρευνα διαπιστώνοντας ότι δεν υφίσταται κακοδιοίκηση.